in αρχαία ελληνική γλώσσα και Ιλιάδα

γυναικοκαβγάς: λεία και απόλαυση

φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα.

Σήμερα, θα καταπιαστούμε με την άποψη ότι η έρις μεταξύ του Αγαμέμνονα και του Αχιλλέα ήταν ένας γυναικοκαβγάς, άποψη που υποστηρίζει ο Δ. Μαρωνίτης στο άρθρο του ‘η παθολογία του ιλιαδικού πολέμου’ (the books’ journal, τ. 4, σ. 33-35) και με τις  λέξεις λεία και απόλαυση. Θα δείξουμε όχι μόνο ότι δεν ήταν γυναικοκαβγάς αλλά και τι σημαίνει αυτή η άποψη, δηλαδή τι αποκρύβει και τι αποσιωπεί. Για να το κάνουμε όμως αυτό θα πρέπει πρώτα να μελετήσουμε τις λέξεις λεία και απόλαυσις διότι οι γυναίκες για τις οποίες καβγάδισαν ο ισχυρός Αγαμέμνων και ο λιγότερο ισχυρός, υποτελής Κύριος, ο Αχιλλέας, δεν ήταν δημόσιοι υπάλληλοι ούτε φοιτήτριες αλλά αιχμάλωτες τις οποίες άρπαξε ο Αχιλλέας από τα χωριά τους, σκοτώνοντας όλους τους άνδρες, αρπάζοντας  κάθε κινητό, άψυχο και έμψυχο, καίγοντας τα χωριά.

Τη λέξη λεία τη διαβάζουμε για πρώτη φορά στην Ιλιάδα (πέντε φορές, Ι 138 = Ι 280  Λ 676   Μ 7  Σ 327)  με τη μορφή (ιωνικής διαλέκτου) ληΐς, ληΐδος.  Στην αττική διάλεκτο η λέξη έχει τη μορφή λαΐα. Στην Ιλιάδα διαβάζουμε και το επίθετο ληϊάς, στον Υ 193: ληΐδας δέ γυναίκας, ελεύθερον ήμαρ απούρας [μιλάει ο Αχιλλέας]: { Στη Λυρνησσό . . . , το κάστρο επήρα /}  και τις γυναίκες σκλάβες έσυρα, πιά λεύτερη μέρα να μη χαρούν. (μτφ. Κ. Καζαντζάκης – Ι. Κακριδής).  Πιθανότατα, η λέξη να είναι και το δεύτερο συνθετικό στη λέξη αγελείη, ‘αυτή η οποία οδηγεί τη λεία’, επίθετο της Αθηνάς ( Ε 765  Ζ 269 = Ζ 279  Λ 728  Ο 213) αλλά και ώς όνομα της ίδιας της Αθηνάς (Αγελείη, Δ 128) (Λέω πιθανότατα διότι ενδέχεται το -λείη να μην προέρχεται από τη λεία αλλά από τη λάξ λαός και να σημαίνβει αυτή  που οδηγεί τον λαόν, τον στρατό). Στον Κ 460 διαβάζουμε το επίθετο ληΐτις που αποδίδεται στην Αθηνά και σημαίνει ό,τι και το αγελείη. Από την ίδια ρίζα προέρχεται το ρήμα ληΐζομαι ( Σ 28: κι οι σκλάβες, που ο Αχιλλέας και ο Πάτροκλος είχαν κουρσέψει ληΐσσατο), όπως και το ρηματικό επίθετο ληϊστός (Ι 406, 408 [λεϊστή}). Και ο δωρικός και ο ιωνικός τύπος προέρχονται από τη μορφή λαFία, όπου το F ήταν ένα ημίφωνο που σιγήθηκε κατά τους Σκοτεινούς χρόνους (1100-700 π. Χ.) και το οποίο άλλοτε προφερόταν ως φωνήεν κι άλλοτε ως σύμφωνο, ανάλογα με το περιβάλλον). Η λέξη δηλώνει το αποτέλεσμα της αρπαγής, τα λάφυρα, αρχικά τα έμψυχα (ζώα και άνθρωποι) και αργότερα γενικά τα λάφυρα, την ίδια την αρπαγή. (Για τα άψυχα λάφυρα, υπάρχει η λέξη κτήματα. ). Το ότι δήλωνε πρωταρχικά την έμψυχη λεία φαίνεται και στο ρήμα λεηλατώ (λεία και ελαύνω), πρώτη φορά στον Αίαντα του Σοφοκλέους, που γράφτηκε μεταξύ 460-454 π.Χ. Υπάρχει και μια άλλη λέξη, το λήϊον, επί λέξει ‘αυτό που έχει αρπαχτεί’, το οποίο δηλώνει το καλλιεργημένο χωράφι (Β 147 Λ 559  Ψ 599). Πέντε φορές διαβάζουμε και το όνομα του αρχηγού των Βοιωτών Λήϊτος. Στην Οδύσσεια διαβάζουμε και τις λέξεις ληιστής, ληιστήρ και  ληίστωρ.

Η αρχαιότερη μαρτυρία της λέξης απόλαυσις εντοπίζεται στον Επιτάφιο του Περικλή, στον Θουκυδίδη (Β 38), όπου η συσχέτισή της με τη λεία είναι φανερή: Κι ακόμα μας έρχονται, έτσι μεγάλη που είναι η πόλη μας, από την πάσα γη τα πάντα, και φτάνουμε τα αγαθά που γίνονται εδώ  να μην τα χαιρόμαστε καθόλου σαν πιο δικά μας (μηδέν οικειοτέραι τηι απολαύσει) απ’ ό,τι και των άλλων ανθρώπωνα δικά. Το ρήμα απολαύω το διαβάζουμε πρώτη φορά στον Ηρόδοτο (6.86). Το δεύτερο συνθετικό -λαύω προέρχεται από ρίζα λαF-, από την οποία παράγεται και η λέξη λεία. Αυτή η ετυμολογική συγγένεια μας ωθεί να αναρωτηθούμε ποια σχέση μπορεί να υπάρχει ανάμεσα στη λεία και την απόλαυση. Τι σημαίνει η ρίζα λαF-;  Εάν σημαίνει τη χαρά, την ηδονή, μήπως η λέξη λεία δηλώνει την ηδονή της αρπαγής, την αρπαγή ως την κατ΄εξοχήν ηδονή του ήρωα;

Την ερώτηση στην απάντηση αυτή θα μας τη δώσει η ίδια η Ιλιάδα. Η Ιλιάδα λοιπόν μας λέει ότι η λεία ήταν συνώνυμο της επιβίωσης, της ζωής, του πλούτου, της ισχύος και της δόξας. Ο ήρωας πολεμάει για τη λεία, καταρχήν για να επιβιώσει και ακολούθως να είναι πιο πλούσιος, πιο ισχυρός, πιο ένδοξος. Χωρίς τη λεία, ο ήρωας δεν μπορεί να υπάρξει. Αυτό σημαίνει ότι η αφαίρεση της λείας ήταν, και συνεχίζει να είναι,  θανάσιμη προσβολή μιας και σήμαινε την μείωση της ισχύος, του πλούτου και του κλέους, της φήμης, της δόξας. Εάν η κομβική δρατηριότητα του ήρωα είναι η αρπαγή, η λεία,εάν αυτή εξασφαλίζει την επιβίωση, τότε αυτή εξασφάλιζε και την μεγαλύτερη ηδονή, με αποτέλεσμα η αρπαγή  η ίδια ως πρακτική να ονομαστεί ‘ηδονή’ (λαFία).

Πριν καταπιαστούμε με την άποψη του ομότιμου καθηγητή της Αρχαίας Ελληνικής Φιλολογίας, του Δ. Μαρωνίτη, θα ήθελα να κάνω μια παρέκβαση για να δείξω τι παίζεται γύρω από τις μεταφράσεις των αρχαίων ελληνικών κειμένων. Θα σας αναφέρω δυο παραδείγματα. Το πρώτο αφορά τη μετάφραση μιας λέξης από μια πολυ σημαντική πρόταση από τον Επιτάφιο του Περικλή. Γράφει ο Θουκυδίδης (40.1): καί τό πένεσθαι ουχ ομολογείν τινι αισχρόν, αλλά μη διαφεύγειν εργω αίσχιον, το οποίο ο Ι. Κακριδής μεταφράζει ως εξής: και τη φτώχεια του να την παραδεχτεί κανείς, δεν είναι ντροπή – πιο ντροπή είναι να μην κοιτάξει δουλεύοντας να την ξεφύγει. Με τη λέξη ‘δουλεύοντας’ αποδίδει το ‘έργω‘, και δεν είναι ο μόνος. Αλλά η λέξη δεν σημαίνει ποτέ στον Επιτάφιο δουλειά, εργασία αλλά δηλώνει πάντα τον πόλεμο. Μας φαίνεται παράξενο που οι μεταφραστές δεν παίρνουν υπόψη τους τι λέει ο Θουκυδίδης στην αρχή του Επιταφίου (36.4): Ων εγώ τά μέν κατά πολέμους εργα, οις έκαστα εκτήθη: ωστόσο εγώ τα έργα μας τα πολεμικά, που μ’ αυτά αποχτήθηκε το ένα και το άλλο (Ι. Κακριδής). Λίγο πιο πάνω ο Περικλής λέει ότι όσα απόχτησαν με την αρπαγή οι πρόγονοί μας, αυτά τα  μεγαλώσαμε οι ίδιοι εμείς (μάλιστα . . . επηυξήσαμεν, 36.3).  Τους νεκρούς αυτής της πολιτικής επαινεί ο Περικλής και στο τέλος τους λέει κλάψτε τους και άντε στο σπιτάκι σας (46.2).

Ενώ η Όλγα Κομνηνού Κακριδή, όταν αναφέρεται στον πόλεμο που περιγράφει η Ιλιάδα μιλάει για τον αγώνα που κάμαν κάποτε ενωμένα τα παλικάρια της Ελλάδας γύρω από κάποιο κάστρο, το Ίλιο, που βάσταξε δέκα χρόνια. (Σχέδιο και Τεχνικής της Ιλιάδας, σ. 6). Μας φαίνεται περίεργο που δεν θυμάται τα παρακάτω λόγια του Αχιλλέα (Ι 328-334):

Με τα καράβια κάστρα δώδεκα πάτησα ως τώρα ατός μου, / κι έντεκα λέω πεζός, διαβαίνοντας την καρπερή Τρωάδα / κι από όλα τούτα εγώ εξεδιάλεγα πολλά και πλούσια κούρσα / κι όλα ως γυρνούσα του Αγαμέμνονα τα χάριζα. Κι εκείνος, / ο γιός του Ατρέα, ξοπίσω μένοντας στα γρήγορα καράβια, / ως τα δεχόταν, λίγα εμοίραζε, πολλά κρατούσε, κι  άλλα σε αρχόντους και ρηγάδες τα ‘δινε, το μερτικό τους νάχουν.

Δώδεκα και έντεκα μας κάνουν εικοσιτρία. Και δεν είναι μόνο αυτό. Επιδρομές έκανε και στη Λέσβο και τη Σκύρο και σε άλλα νησιά του Β. Αιγαίου. Στις αρχές της Μ, ο αφηγητής μας πληροφορεί ότι το τείχος οι Αχαιοί το έκτισαν για να προστατέψουν τα πλοία τους και την πολλή λεία τους ( 7, και ληΐδα πολλήν / εντός έχον ρύοιτο). Γνωρίζουμε πολυ καλά, η Ιλιάδα είναι φλύαρη, τι άρπαζαν οι επιδρομείς ήρωες: γυναίκες αναπαραγωγικής ηλικίας (τις γριές, τα μωρά και τα νήπια τα σφάζανε ως περιττό βάρος), ζώα για να τα φάνε, ρούχα, αγγεία, καζάνια, μέταλλα, μουσικά όργανα, όπλα, χαλιά και άλλα πολύτιμα αντικείμενα. Οι γυναίκες ήταν από τα πολυτιμότερα κομμάτια της λείας.

Εάν αναρωτηθούμε σε ποιον ανήκε η λεία και πως μοιράζονταν, η Ιλιάδα και πάλι θα μας δώσει πολλές πληροφορίες. Υπάρχουν δυο τρόποι διανομής της λείας, με τον Αχιλλέα να εκπροσωπεί τον πρώτο και ο Αγαμέμνωντον δεύτερο. Σύμφωνα με τον πρώτο, τον παραδοσιακό, η λεία ανήκει σε όλους όσοι συμμετείχαν στην επιδρομή και μοιράζονταν μεταξύ αυτών αφού πρώτα  σε όποιον διακρίνονταν στην μάχη δίνονταν  ως δώρο ένα από τα πολυτιμότερα λάφυρα. Αυτό είναι το γέρας.  Η Χρυσηίδα και η Βρισηίδα ήταν γέρας, τιμητικό δώρο: η πρώτη στον Αγαμέμνονα, η δεύτερη στον Αχιλλέα. Ο Αγαμέμνων όμως χάνει το γέρας του και μένει με άδεια χέρια. Είπαμε πως η απώλεια της λείας, όπως και κάθε απώλεια γενικά, ήταν θανάσιμη προσβολή διότι ισοδυναμούσε με μείωση της ισχύος, του πλούτου και του κλέους. Είναι αδύνατον να μείνει χωρίς γέρας ο ισχυρότερος άνδρας. Η κατανομή της ισχύος αλλάζει, ο συσχετισμός ισχύος ανατρέπεται σε βάρος του. Ο δεύτερος τρόπος: όλη η λεία ανήκει στον ισχυρότερο άνδρα κι αυτός θα την μοιράσει όπως θέλει.Στην Ιλιάδα παρατηρούμε την ύπαρξη και των δύο αυτών τρόπων διανομής της λείας αλλά είναι σαφές ότι υπερισχύει ο δεύτερος. Κύριος όλης της λείας είναι ο ισχυρότερος άνδρας.

Πίσω από αυτούς τους δυο τρόπους διανομής της λείας λανθάνουν δυο διαφορετικά και αντικρουόμενα πρότυπα ισχύος: αυτό της πολεμικής δεινότητας (Αχιλλέας) και αυτό της κοινωνικής Κυριαρχίας (Αγαμέμνων). Τα λόγια του Αγαμέμνονα στους Α  αποτυπώνουν αυτά τα δύο πρότυπα:

Ο Αγαμέμνων είναι υποχρεωμένος να αποκαταστήσει την κατανομή της ισχύος και κάνει αυτό που πρέπει να κάνει: να πάρει το γέρας

Ο Αγαμέμνονας

Σχολιάστε ελεύθερα!