φίλες και φίλοι, καλή σας μέρα.
Κατά τον 19ο και το μεγαλύτερο μέρος του 20ού αιώνα, οι επαναστάτες μπορούσαν να κρυφτούν από τον Κύριο και το Κράτος. Συμμετείχαν στη διεξαγωγή του κοινωνικού πολέμου επιδιδόμενοι στην χρήση όπλων, στη συνωμοσία και την παρανομία. Τους το επέτρεπε η (σχετική) οπλική ισορροπία μεταξύ του Κυρίου και του υποτελούς Παραγωγού (ντουφέκια και οι δυό). Και λέω ‘σχετική’ διότι δεν υπήρξε εξέγερση που να μην καταστάλθηκε, παρόλο που πολλές φορές, με όπλο την απεργία, το οδόφραγμα στο χρόνο, κατάφεραν να ακυρώσουν τις αποφάσεις του Κυρίου καπιταλιστή της παραγωγής και του χρήματος και να επιβάλλουν την εκπλήρωση των αναγκών τους – με προεξάρχουσα τη μείωση του χρόνου της μισθωτής εργασίας. Τους το επέτρεπε και κάτι άλλο: η ανύπαρκτη τεχνοεπιστήμη της επιτήρησης, της παρακολούθησης. Τομή στην τεχνοεπιστήμη της επιτήρησης και της παρακολούθησης ήταν η φωτογραφία και ο κινηματογράφος. Ακολούθησε το ραδιόφωνο, η τηλεόραση, το τηλέφωνο, όλες αυτές οι λύσεις άρσης της απόστασης και ταυτόχρονα της διατήρησής της μέσω της ταχύτητας. Σήμερα, η τεχνοεπιστήμη της επιτήρησης, της παρακολούθησης και της απομόνωσης έχει φτάσει σε πολύ υψηλά επίπεδα αποτελεσματικότητας. Το αυτοκίνητο, το κινητό και ο υπολογιστής με το Διαδίκτυο είναι μέσα επιβολής της απομονωσης, ενώ οι διαστημικοί δορυφόροι επιτηρούν και παρακολουθούν ολόκληρο τον πλανήτη.
Ο Θεός είναι πανταχού παρών γιατί ο Κύριος ήταν αυτός που θα ήθελε να ήταν πανταχού παρών.
Έστιν ουν οφθαλμός ος τα πάνθ’ ορά: ήθελε να γνωρίζει τι κάνουν, τι λένε, τι σκέφτονται, τι νιώθουν, τι σχεδιάζουν οι υποτελείς του. Τελικά τα κατάφερε – αν και όχι ολοκληρωτικά. Πάντως, σήμερα μπορεί να γνωρίζει τι νούμερο σώβρακο και τι χρώμα κιλότα φοράμε. Όσον αφορά τα όπλα, η οπλική ισορροπία ανήκει ανεπιστρεπτί στο παρελθόν. Ο Κύριος υπερέχει στρατιωτικά και δεν μπορώ να κατανοήσω πως μπορεί η υπεροχή αυτή να αμφισβητηθεί. Όποιο όπλο και να χρησιμοποιήσουμε, ο Κύριος θα χρησιμοποιήσει ένα ισχυρότερο, μέχρι που φτάνουμε στο έσχατο όπλο, τα πυρηνικά.
Θεωρώ όμως ότι υπάρχει ένα όπλο πιο ισχυρό από τα πυρηνικά, ότι ο υποτελής Παραγωγός είναι πιο ισχυρός από τον Κύριο. Το όπλο αυτό δεν είναι κυριολεκτικά όπλο: πρόκειται για την καταστατική συνθήκη ύπαρξης κάθε κοινωνίας, θεωρούμενης ως ένα σύνολο κοινοτήτων, κι εννοώ τον εμμενή κομμουνισμό: δεν υπήρξε, δεν υπάρχει, δεν θα υπάρξει κοινωνία που να μην είναι κομμουνιστική. Το όπλο αυτό είναι ισχυρότερο και από την τεχνοεπιστήμη της επιτήρησης, της παρακολούθησης και της απομόνωσης. Μπορείτε να φανταστείτε μια (αναρχοκομμουνιστική, για παράδειγμα) κοινότητα στην οποία κάποιο ή κάποια μέλη να κρύβονται, να καταφεύγουν στη χρήση όπλων για να λύσουν τις διαφορές τους, να συνωμοτούν ή να παρανομούν; Σε μια τέτοια κοινότητα συνάπτουμε σχέσεις στη βάση της ειλικρίνειας και της υπευθυνότητας. Έχουμε ασφαλώς προσωπικές στιγμές, στον προσωπικό μας χώρο, αλλά αυτές δεν αφορούν απολύτως κανέναν, από τη στιγμή που δεν καταργούν τα όρια της ελευθερίας και της επιθυμίας που αναμφίσβητα κάθε κοινωνία και κοινότητα βάζει για να μπορέσει να υπάρξει και να αναπαραχθεί.
Ζω σε μια κοινότητα σημαίνει ξέρω ποιος είσαι και ξέρεις ποιος είμαι. Σε μια πολυκατοικία δεν ξέρεις ποιος είναι ο γείτονας. Σε μια κοινότητα δεν μπορούμε να κρυφτούμε. Δεν μπορούμε να κρυφτούμε ούτε σε επίπεδο κοινωνίας. Αυτό φαίνεται σε μερικούς απαράδεκτο αλλά δείτε όμως και την άλλη πλευρά: ότι η κατάσταση αυτή δεν είναι μόνο ένδειξη της αποτελεσματικότητας του Κυρίου, που αναμφίβολα είναι, αλλά είναι και κάτι παραπάνω: είναι μια κομμουνιστική κατάσταση, είναι μια κομμουνιστικότητα. Ποιος μπορεί να διαφωνήσει με τον Κ. Μαρξ που τόνιζε ότι οι κομμουνιστές δεν κρύβονται, εκθέτουν και υποστηρίζουν τις απόψεις τους δημόσια χωρός φόβο και δογματισμό;
Δεν έχω κανένα απολύτως πρόβλημα με την ανωνυμία και την ψευδωνυμία των μπλόγκερς και των σχολιογράφων. Είναι επιλογή τους και το σέβομαι. Προσπαθώ όμως να το κατανοήσω αλλά δυσκολεύομαι, μα την Παναγία. Δημιούργησα την Ανωτάτη Σχολή Κακών Τεχνών για δυο λόγους. Ο πρώτος ήταν η δημοσίευση των εργασιών μου και των απόψεων μου – δεν θα μπορούσα αλλιώς, εκτός εάν είχα τον Θεό μπάρμπα. Ο δεύτερος και ο σημαντικότερος ήταν αφενός η δημοσίευση κειμένων και άλλων ανδρών και γυναικών και αφετέρου, και το πιο σημαντικό, ήταν η επαφή με άλλους και η συνεργασία μέσα στην πραγματική ζωή. Ποτέ δεν σκέφτηκα τι μορφές μπορεί να πάρει αυτή η συνεργασία. Ήταν πόθος, διακαής, τίποτα παραπάνω. Η Σχολή ταυτίζει το μέσον και το σκοπό αλλά δεν περιορίζεται σε αυτό. Το γράψιμο είναι μια νευρωτική, μοναχική εργασία που σε αρρωσταίνει, εάν κολλήσεις. Η συνεργασία, η συμβίωση, η δημιουργική σύγκρουση, η παρέα, το φαγητό και το πιοτό, η συζήτηση, το γέλιο και το παιχνίδι, ο κομμουνισμός δηλαδή, δεν αντικαθίστανται με τίποτα.
Σήμερα έκανα μια αλλαγή. Το ο δάσκαλος-μαθητής το έκανα οι δάσκαλοι-μαθητές. Πολύ σύντομα, κι άλλοι άνδρες κι άλλες γυναίκες θα δημοσιεύσουν τις γνώσεις τους και θα υποστηρίξουν τις απόφεις τους. Η απόρριψη όμως της ανωνυμίας και της ψευδωνυμίας είναι θέμα αρχής: και δεν μπορούμε να κρυφτούμε (Κυριαρχία) και δεν πρέπει να κρυφτούμε γιατί δεν θέλουμε να κρυφτούμε (κομμουνισμός).
Σκέφτομαι ότι η ανωνυμία και η ψευδωνυμία να είναι μια μορφή εσωτερίκευσης του φόβου. Σκέφτομαι μήπως είναι ένας τρόπος κατασκευής μύθου. Σκέφτομαι ότι είναι καλυμμένος ναρκισσισμός. Σκέφτομαι ότι πιθανόν να υπάρχουν, και σίγουρα υπάρχουν, κοινωνικοί λόγοι: θα σε απολύσουν από τη δουλειά εάν μάθουν ότι λες και υποστηρίζεις αυτά ή τα άλλα ανατρεπτικά και ριζοσπαστικά. Δεν έχω μια ξεκάθαρη άποψη, μα την Παναγία. Θα ήθελα να μάθω τι συμβαίνει.
Θα τα ξαναπούμε τη Δευτέρα, 4 Οκτωβρίου. Θα πάω στο χωριό να τρυγήσω. Χειμώνας έρχεται, να μην έχουμε το κρασάκι μας και το τσιπουράκι μας; Ξενέρωτοι θα συζητήσουμε και θα συγκρουστούμε; Η παρέα (παιδιά, γυναίκες, άνδρες) που τρώει, πίνει, συζητάει και αποφασίζει είναι μια από τις ύψιστες μορφές του εμμενούς κομμουνισμού – της άμεσης δημοκρατίας. Δεν μπορεί να υπάρξει το ένα χωρίς το άλλο.
Σας εύχομαι υγεία και χαρά.
Σχολιάστε ελεύθερα!