in οδηγός ανάγνωσης της Ιλιάδας

από την Ιλιάδα-έπος στην Ιλιάδα-τραγωδία: μια μαρξιστική προσέγγιση της Ιλιάδας

Στο κείμενο που ακολουθεί θα υποστηρίξω την άποψη ότι, πρώτον, η αφηγηματική στρατηγική της Ιλιάδας προσανατολίζεται προς την εξύμνηση και  ταυτόχρονα την αποκήρυξη του ηρωισμού και, δεύτερον,  ότι η αντίφαση αυτή καταγράφει τις αντιφάσεις και τις δυσχέρειες της μετάβασης από τον ποιμενικό τρόπο παραγωγής, του κυρίαρχου τρόπου παραγωγής κατά τη γεωμετρική εποχή στην αρχαία Ελλάδα (1000-750 π.Χ.), στον δουλοκτητικό τρόπο, κατά την αρχαϊκή εποχή (750-500). Θα υποστηρίξω επίσης ότι η μνημειώδης Ιλιάδα που διαθέτουμε σήμερα διαμορφωνόταν καθ’  όλη τη διάρκεια της μετάβασης, ότι το κείμενο αποκρυσταλλώθηκε λίγες μόνο δεκαετίες πριν την εμφάνιση της αθηναϊκής τραγωδίας, ότι πρόκειται δηλαδή για μια Ιλιάδα-τραγωδία η οποία προήλθε από μια Ιλιάδα-έπος  της γεωμετρικής εποχής  που ούτε κατά διάνοια έθετε εν αμφιβόλω τις αξίες και τον κώδικα συμπεριφοράς των ηρώων.

1. Οι ανέσεις των ηρώων: μια ερμηνεία

Μετά την επιτυχή έκβαση της  νυκτερινής επιδρομής του Οδυσσέα και του Διομήδη  στο στρατόπεδο των Τρώων, που περιγράφεται στην μεθομηρική (Danek, 1988, 230-4) ραψωδία Κ, όπου το πιο κομψό, ίσως, αφηγηματικό ύφος που εμφανίστηκε ποτέ στη παγκόσμια γραμματεία κείτεται κουρέλια στα πόδια μας, οι ήρωες επιστρέφουν χαράματα στο ναυτικό στρατόπεδο των Αχαιών, βουτάνε στη θάλασσα να δροσιστούν  από τη κάψα του καλοκαιριού (στ. 572-5) και κατόπιν μπαίνουν στην καλοφτιαγμένες μπανιέρες  τους  για να λουστούν, /κι αφού λουστήκαν πια κι αλείφτηκαν καλά με λάδι, επήγαν/ και κάθισαννα φάνε, κι ολόγλυκο κρασί απ’ το κοντήρι/ το ξέχειλο ανασέρναν, κι έχυναν σπονδές στη Γλαυκομάτα (Αθηνά). (Μετ. Καζαντζάκη –Κακριδή [Κ.Κ.]).  Που τις βρήκαν τις μπανιέρες,  οι ήρωες; Τις έφεραν μαζί τους; Όχι, βέβαια. Ο Β. Hainsworth (2004, 356) υποστηρίζει ότι “η εξοικείωση του ποιητή με τη συγκεκριμένη σκηνή τον εμπόδισε να σκεφτεί ότι οι μπανιέρες (που συνήθως ήταν βαριές κεραμικές κατασκευές) ήταν μια εντελώς απίθανη πολυτέλεια για έναν στρατό σε εκστρατεία.” Πράγματι, η Οδύσσεια άλλωστε το επιβεβαιώνει δυο φορές (θ 450 και κ 361), η συνηθισμένη σκηνή λουτρού περιλαμβάνει κι ένα ζεστό λουτρό σε μπανιέρα μετά από βουτιά στη θάλασσα. Θα υπογράφαμε ανεπιφύλακτα αυτή την εξήγηση, εάν ο παραπάνω ομηριστής εξέταζε διεξοδικά και συστηματικά όλες τις παντελώς απίθανες ανέσεις που έχουν εξασφαλίσει οι ήρωες στο λημέρι με τις φτωχικές καλύβες, που χρησιμοποιούνταν περισσότερο ως χώρος φύλαξης της κινητής, έμψυχης (ζώα και αιχμάλωτοι) και άψυχης (μέταλλα, όπλα. ρουχισμός, πολύτιμα σκεύη, κλπ)  λείας, παρά ως ενδιαίτημα. Τις ίδιες ανέσεις έχει εξασφαλίσει και ο Νέστωρ (Ξ 6-7) στο καλύβι του, ενώ η περιγραφή του καλυβιού του Αχιλλέα στην Ω έχει προκαλέσει την αμηχανία αρχαίων και νεώτερων μελετητών της Ιλιάδας. Στην Ω, το καλύβι (κλισίη) του Αχιλλέα έχει μετατραπεί σε ένα μεγαλοπρεπές αρχοντικό κάποιου γαιοκτήμονα που περιγράφεται με όρους οδυσσειακού ανακτόρου: είναι ψηλό με σαμαρωτή αχυρένια στέγη, έχει αἴθουσα (στ. 644),  μέγαρον (647) και πρόδομον (673), διαθέτει μεγάλη αυλή με φράκτη από πασσάλους, κι έχει και μια τεράστια πόρτα με έναν τόσο βαρύ σύρτη που μόνο τρεις άνδρες μαζί μπορούσαν να τον μετακινήσουν (αλλά ο Αχιλλέας  μπορούσε μόνος – στ. 453-6). Η μεγαλοπρέπεια του καταλύματος (κι όχι πια καλυβιού) του Αχιλλέα έχει ενοχλήσει πολλούς ομηριστές κατά το παρελθόν αλλά μέχρι σήμερα δεν έχει διατυπωθεί μια γενικά αποδεκτή εξήγηση. Πρόσφατα, ο Ν. Richardson (2004, 497) θεώρησε ” ότι η περιγραφή του μεγαλοπρεπούς καταλύματος-αρχοντικού του Αχιλλέα είναι μια φυσική συνέπεια των αφηγηματικών τεχνικών του ποιητή”: από τη μια ολοκληρώνεται η εντύπωση για το μεγαλείο του Αχιλλέα και από τη άλλη η ευρυχωρία του καταλύματος θα επιτρέψει τόσο το πλύσιμο και την επάλειψη με λάδι του σώματος του νεκρού Έκτορα μακριά από τα μάτια του Πριάμου όσο και την κατάκλιση του τελευταίου μακριά από τον Αχιλλέα και τη Βρισηίδα.

Οι παραπάνω ανέσεις δεν είναι βέβαια οι μόνες: οι ήρωες συμμετέχουν σε αθλητικούς αγώνες, διαθέτουν άρματα και άλογα, πουλάνε την έμψυχη και άψυχη λεία του πολέμου για να εξασφαλίσουν το κρασί τους, έχουν φέρει μαζί τους σεντούκια με πολυτελή ρουχισμό και χρυσά ποτήρια, κλπ. Με την περιγραφή των απίθανων ανέσεων των ηρώων εξυπηρετείται ένας βασικός αφηγηματικός στόχος: ο ποιητής υποβάλλει, ή και ενισχύει, την ταύτιση των ακροατών με τους ήρωες. Υποθέτουμε ότι οι ακροατές (που έγιναν αναγνώστες, όπως θα δούμε παρακάτω) των αοιδών επιθυμούσαν διακαώς να ακούν όχι μόνο ευχάριστες λεπτομέρειες αλλά και κολακευτικές, ήθελαν με λίγα λόγια να ακούν ότι οι ήρωες ζούσαν όπως ζούσαν κι εκείνοι. Οι διαπιστώσεις αυτές μας παροτρύνουν να εντοπίσουμε την κοινωνική ταυτότητα των ακροατών/αναγνωστών:  ήταν οι αριστοκράτες ευγενείς του 8ου, 7ου και 6ου π. Χ. αιώνα (800-500), στη νότια ελλαδική χερσόνησο, τα νησιά του Αιγαίου και των δυτικών μικρασιατικών παραλίων. Ποιοι ήταν όμως αυτοί οι αριστοκράτες ευγενείς;

2. Η κοινωνική ταυτότητα των ακροατών

Πριν απαντήσουμε σε αυτό το πολύ σημαντικό ερώτημα, θα πρέπει να στρέψουμε την προσοχή μας σε έναν άλλον σπουδαίο αφηγηματικό στόχο των συνθετών της Ιλιάδας ( που φέρει το σκιώδες όνομα “Όμηρος”, όπως θα δούμε παρακάτω): την ενίσχυση της ταύτισης των ηρώων, άρα και των ακροατών, με τους θεούς. Οι ανθρωπόμορφοι θεοί ζουν, συμπεριφέρονται και σκέφτονται όπως ακριβώς οι ήρωες/ακροατές. Υπάρχει όμως μια διαφορά: οι θεοί είναι αθάνατοι, ζουν πολύ ψηλά, είναι αόρατοι και μπορούν και επιτυγχάνουν κάτι που πολύ θα ήθελαν να το επιτυγχάνουν  και οι ήρωες/ακροατές: να εκπληρώνουν όλες τους τις επιθυμίες και η πραγματικότητα να είναι η υλοποίηση των επιθυμιών τους, των σχεδίων τους, των αποφάσεών τους. Οι θεοί, με λίγα λόγια, είναι αυτό που θα ήθελαν να ήταν οι ήρωες/ακροατές – μόνο που δεν μπορούσαν: ανίκητοι απέναντι στη φύση (αθανασία) και τους αντιπάλους τους (ισχυρότερα όπλα, έλεγχος του ύψους, πτήση, ταχύτητα, κλπ).

Επιστρέφουμε στο ερώτημα που έχουμε διατυπώσει: ποιοι ήταν οι ακροατές/αναγνώστες στους οποίους δώσαμε το γενικό και αόριστο τίτλο “αριστοκράτες ευγενείς”; Εάν οι ακροατές ταυτίζονταν με τους ήρωες και τους θεούς κι εάν μάθουμε ποιοι ήταν αυτοί, μήπως μπορέσουμε να σχηματίσουμε μια πιο σαφή εικόνα για την κοινωνική θέση των αριστοκρατών ευγενών; Ας το επιχειρήσουμε.

Η Ιλιάδα (και η Οδύσσεια) μας λένε ότι οι ήρωες ήταν πλούσιοι μεγαλοκτηνοτρόφοι (θα τους αποκαλούμε από δω και πέρα ποιμένες και θα εξηγήσουμε παρακάτω το λόγο) ή ποιμένες και γαιοκτήμονες. Ο πλούτος και η ισχύς των ποιμένων-ηρώων υπολογίζεται με τον αριθμό των εκτρεφομένων ζώων, η γη χαρακτηρίζεται πλούσια μόνο εάν διαθέτει εκτεταμένα χλοερά βοσκοτόπια και, επομένως εκτρέφει πολλά ζώα, ενώ οι περισσότερες παρομοιώσεις της Ιλιάδας είναι ποιμενικές. Ας ρίξουμε όμως μια ματιά στον πλούτο του Οδυσσέα για να σχηματίσουμε μια σαφή εικόνα του πλούτου των ποιμένων-ηρώων (ξ 96-104, μτφρ. Δ. Μαρωνίτης):

Ήσαν αλήθεια τα αγαθά του ατελείωτα· κανείς από τους μεγάλους άρχοντες / δεν είχε τόσα· μήτε στα απέναντι, τα σκούρα χώματα / μήτε και πάνω στην Ιθάκη. Το βιός του ξεπερνούσε, / ακόμη κι αν μαζί λογάριαζες πλούτη από άλλους είκοσι./ Είμαι σε θέση να σου τα μετρήσω: / Αντίκρυ στη στεριά δώδεκα ποίμνες βόδια· τόσα κοπάδια / και με πρόβατα, τόσα με χοίρους, τόσα με σκορπισμένες γίδες – / τα βόσκουν πέρα οι ξένοι ή και βοσκοί δικοί μας, ντόπιοι. / Αλλά κι εδώ θα βρεις κοπάδια γίδες έντεκα, / που βόσκουν σκόρπιες στην άλλη άκρη του νησιού, / και τις ποιμαίνουν έμπειροι γιδοβοσκοί  – / όλοι τους . . .

Ο πλούσιος Θυέστης είναι πολύαρνις, έχει πολλά πρόβατα (Β 106)· οι πλούσιοι άνδρες χαρακτηρίζονται ππολύρρηνες και πολυβούται (με πολλά αρνιά και πολλά βόδια, Ι 154 = 296)· κάποιος Μέντωρ χαρακτηρίζεται  πολύιππος (Ν 171), ενώ άλλοι δυο φέρουν τον τίτλο πολύμηλος (με πολλά αιγοπρόβατα – Β 705, Ξ 490). Ο Ορχομενός χαρακτηρίζεται (Β 605) επίσης πολύμηλος· μια πλούσια γη χαρακτηρίζεται πολυβότειρα (και πουλυβότειρα, από το βόσκω) όταν  μπορεί να θρέψει πολλούς διότι σε αυτήν μπορούν να βοσκήσουν πολλά ζώα, ενώ η βωτιάνειρα γη είναι η γη στην οποία μπορούν να βοσκήσουν πολλοί άνδρες τα κοπάδια τους. Η Βοιωτία και η Εύβοια ήταν περιοχές εκτροφής βοδιών, η Μαλία (Φθιώτιδα) πήρε το όνομα της από τα μᾶλα (μῆλα, αιγοπρόβατα), το όρος Οίτη από το πρόβατα (όϊς), το Αιγάλεω είναι ο πετρώδης λόφος (λάος > λέως) με τα πολλά κατσίκια (αιγες). Το Άργος, η αργολική πεδιάδα είναι ιππότροφον, εκτρέφει πολλά άλογα, Ο Πολύμηλος είναι αυτός που έχει πολλά αιγοπρόβατα ενώ ο Πόλυβος πολλά βόδια.

Οι θεοί; Και οι θεοί ποιμένες ήταν. Ένας από αυτούς, ο Ερμής,  είναι ο θεός της ζωοκλοπής, είναι αυτός που έκλεψε τα κοπάδια των βοδιών του θεού Απόλλωνα. Οι θεοί αναστατώνονται όταν μυρίζουν τη τσίκνα από τα ψημένα κρέατα που τρώνε ολημερίς οι ήρωες, οι ποιμένες-πολεμιστές, ενώ ο  Δίας τρελαίνεται για το λίπος (Ησιόδου Θεογονία, 553). Πλούσιος ήταν αυτός που μπορούσε να αποθηκεύσει μεγάλες ποσότητες λίπους (πιαρ, λίπος)  – αυτός είναι ο λόγος πού τα επίθετα πίων και λιπαρός δήλωναν τον πλούσιο, τον ισχυρό, τον λαμπρό (πρβλ. λιπαραί Αθήναι). Ο ιδανικός μεγαλοκτηνοτρόφος ήταν ο Ήλιος (μ 127-32): είχε τα κοπάδια του (βόδια και αιγοπρόβατα) σε ένα νησί, τη Θρινακία, άρα χωρίς γείτονες που θα τον παρενοχλούν, κοπάδια που τα επιτηρούσαν δυο επιποιμένες, οι κόρες του, η Φαέθουσα (Φωτεινή) και η Λαμπετίη (Λαμπρινή).

Κάποιοι ήρωες όμως ήταν και ποιμένες και γαιοκτήμονες. Ο Αχιλλέας λέει στον Αγαμέμνονα (Α 152-6, μετφ. Κ-Κ)  ότι

Δεν τα΄ χω εγώ με τους αντρόψυχους τους Τρώες αλήθεια, που ‘ρθα / να πολεμήσω εδώ· σε τίποτα δε μου ‘φταιξαν εμένα· /  δε μου άρπαξαν ποτέ τα βόδια μου κι ουδέ τ’ αλόγατά μου / λο ουδέ στη Φθία την παχιοχώματη, την ανθρωποθροφούσα,/ ποτέ τους τα σπαρτά μού ερήμαξαν,

Οι απεικονίσεις πάνω στην ασπίδα του Αχιλλέα (ραψ. Σ)  μας παρουσιάζουν  ένα κόσμο στον οποίο προκρίνεται η καλλιέργεια της γης σε βάρος της εκτροφής των ζώων, ενώ οι αοιδοί στρέφονται από τις ποιμενικές παρομοιώσεις στις γεωργικές. Αυτά μας λέει η Ιλιάδα. Εμείς με τη σειρά μας οφείλουμε να αναρωτηθούμε: οι ακροατές ήταν ποιμένες ή ποιμένες και γαιοκτήμονες; Στο ερώτημα αυτό υπάρχουν τρεις απαντήσεις: εάν πρόκειται για τους ακροατές του 9ου αιώνα, τότε ήταν ποιμένες. Εάν πρόκειται για τους ακροατές του 8ου και 7ου, τότε ήταν και ποιμένες και γαιοκτήμονες. Όσο για τους ακροατές του 6ου αιώνα, αυτοί ήταν γαιοκτήμονες. Πως όμως καταλήγουμε σε αυτές τις διαπιστώσεις;

Δεν υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβολία ότι οι αριστοκράτες ευγενείς της κλασικής και ελληνιστικής Ελλάδας  (5ος –3ος αιώνας) ήταν γαιοκτήμονες δουλοκτήτες, αν και εξέτρεφαν ένα σχετικά μικρό αριθμό ζώων τόσο για την παραγωγή τροφής, μαλλιού, δερμάτων   όσο και για τη χρήση τους ως ζώα έλξης (όργωμα και μεταφορά) – χώρια τα άλογα, που ήταν σύμβολα ισχύος αλλά και πολεμικά εργαλεία.  Δεν υπάρχει, πλέον, καμιά αμφιβολία ότι οι αριστοκράτες ευγενείς του 10ου και 9ου αιώνα ήταν ποιμένες, όπως θα δούμε παρακάτω. Είναι σαφές ότι από τον 8ο αιώνα άρχισαν να εγκαταλείπουν την εκτροφή των ζώων και μετά από τρεις αιώνες στράφηκαν αποκλειστικά στην καλλιέργεια της γης με τη χρήση των δούλων. Ας το διατυπώσουμε διαφορετικά: κατά την ύστερη γεωμετρική (800-700) και την αρχαϊκή εποχή (700-500) εγκαταλείπεται ο ποιμενικός τρόπος παραγωγής και διαμορφώνεται,  αργά αλλά σταθερά, ο δουλοκτητικός τρόπος, αυτός που κυριαρχούσε κατά την κλασική και ελληνιστική  αρχαία Ελλάδα. Εάν όμως γι αυτό είμαστε απολύτως βέβαιοι, πως είμαστε βέβαιοι ότι πράγματι κατά τον 10ο και 9ο αιώνα κυριαρχούσε ο ποιμενικός τρόπος παραγωγής;  Γιατί εγκαταλείφτηκε; Ποιος είναι ο ποιμενικός τρόπος παραγωγής;

3. Η Ιλιάδα και η αποκήρυξη του ηρωισμού

Πριν απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, θα στρέψουμε την προσοχή μας και πάλι στην Ιλιάδα. Μας λέει κάτι για το πέρασμα από τον ποιμενικό τρόπο παραγωγής στον δουλοκτητικό; Δεν μας λέει απλά κάτι, μας λέει πάρα πολλά. Η Ιλιάδα είναι ένα εξαιρετικής σημασίας και ομορφιάς σχόλιο πάνω στη μετάβαση από τον ποιμενικό τρόπο παραγωγής στον δουλοκτητικό και κυρίως πάνω στις αντιφάσεις και τις αναπόφευκτες δυσχέρειες αυτής της μετάβασης. Θα μπορούσαμε να συμπυκνώσουμε το περιεχόμενο της Ιλιάδας στην εξής πρόταση: η Ιλιάδα εξυμνεί, άλλοτε ενθουσιωδώς κι άλλοτε συγκρατημένα, τον ηρωισμό και ταυτόχρονα τον αποκηρύσσει, άλλοτε με λεπτότητα και υπαινικτικά κι άλλοτε απερίφραστα. Ο Αχιλλέας στην Α είναι ήρωας, στην Ω δεν είναι. Ποιος είναι ο ήρωας; Κι ο Αχιλλέας, τι είναι, αν δεν είναι ήρωας; Γιατί αποκηρύσσεται ο ηρωισμός; Τι είναι ο ηρωισμός;

Θα απαντήσουμε σε όλα αυτά τα ερωτήματα μέσα από μια σύντομη εξέταση της πρώτης (Α)  και της τελευταίας (Ω) ραψωδίας. Η Ω είναι η ολική άρνηση της Α. Στην Ω ο Αχιλλέας δεν έχει καμιά απολύτως σχέση με τον Αχιλλέα της Α. Στην Α ο Αχιλλέας συμπεριφέρεται ως γνήσιος ήρωας – στην Ω αποκηρύσσει τον ηρωισμό, ενώ στην Τ τον έχει αποκηρύξει ήδη με τόση ενάργεια και αποφασιστικότητα που επέτρεψε τον D. L. Page (1976, 313) να χαρακτηρίσει τον Αχιλλέα ως μια μορφή “μετανοούσα, χαμηλοβλεπούσα και σοφότατα φρόνιμη” (not only a penitent and down-looking Achilles but also a mighty prudent one)! Προφανώς, στην Α δεν ήταν a mighty prudent one. Γιατί; Διότι ήταν ήρωας. Γιατί όμως ο ήρωας δεν ήταν, δεν μπορούσε να ήταν σοφότατα φρόνιμος. Γιατί έγινε στην Τ, την Ψ και την Ω; Γιατί έπρεπε να γίνει; Ποιος ήταν ο ήρωας και ο ηρωισμός;

Η ραψωδία Α περιγράφει την κυριότερη αιτία έριδας μεταξύ των ηρώων: τη διανομή της λείας. Ο σκοπός της ζωής του ήρωα είναι η αύξηση του πλούτου, της ισχύος και της φήμης (κλέος) του. Στον τόπο του μπορεί να τα επιτύχει όχι μόνο με την παραγωγική αύξηση του αριθμού των εκτρεφομένων ζώων αλλά και με την αρπαγή του πλούτου, των ζώων δηλαδή, των γειτονικών ποιμενικών γενών. Στις υπερπόντιες εκστρατείες μπορεί να τα εξασφαλίσει μόνο με τη λεία του πολέμου (ζώα, αιχμάλωτοι, μέταλλα, άλογα, μεταλλικά οικιακά σκεύη, όπλα, ρουχισμός, κλπ). Σε ποιον όμως ανήκει η λεία του πολέμου; Πως πρέπει να διανέμεται; Στα ερωτήματα αυτά η Α μας δίνει δυο απαντήσεις που υποστηρίζονται από τον Αχιλλέα και τον Αγαμέμνονα. Ο Αχιλλέας εμφανίζεται υποστηρικτής της παραδοσιακής αντίληψης: η λεία ανήκει σε όλους αυτούς που συμμετείχαν σε μια ληστρική επιδρομή, πρέπει να διανέμεται ισότιμα, δηλαδή με κλήρωση, αφού πρώτα δοθούν σε αυτούς που διακρίθηκαν κάποιο τιμητικό δώρο (γέρας). Ο Αγαμέμνονας υποστηρίζει ότι η λεία πρέπει να ανήκει στον ισχυρότερο άνδρα και ισχυρότερος άνδρας είναι αυτούς που διατάζει τους περισσότερους. . . μπορεί, κατά συνέπεια, να επιβάλλει την οποιαδήποτε επιθυμία του. Ο Αγαμέμνονας υφίσταται την πιο ατιμωτική προσβολή που μπορεί να υποστεί ένας ήρωας: του παίρνουν το πιο σημαντικό γέρας του, του αφαιρούν τη λεία του, χάνει μέσα από τα χέρια του μια αιχμάλωτη πιτσιρίκα, τη Χρυσηίδα! Ο πιο ισχυρός άνδρας μένει χωρίς γυναίκα!

συνεχίζεται. . .

Σχολιάστε ελεύθερα!