φίλες και φίλοι!
Το αντικείμενο του σημερινού μας σημειώματος θα είναι μια λέξη από τον πρώτο στίχο του Προμηθέα Δεσμώτη. Να ποιος είναι ο πρώτος στίχος και η πρόταση στην οποία ανήκει: Χθονός μέν εις τηλουρόν ήκομεν πέδον / Σκύθην ες οίμον, άβροτον εις ερημίαν. Θα μεταφράσω επί λέξει και νομίζω ότι θα καταλάβετε για ποια λέξη πρόκειται. Μιλάει το Κράτος και λέει: φτάσαμε επιτέλους σε μακρινό κάμπο χώρας (σε κάμπο χώρας μακρινής), σε μέρος της Σκυθίας, σε ερημιά χωρίς ανθρώπους. Ποια λέξη δεν μας κάθεται καλά; Γνωρίζουμε ότι ο Προμηθέας αλυσοδέθηκε κατόπιν διαταγής του Δία σε ψηλή κορφή του Καυκάσου. Γιατί το Κράτος λέει ότι φτάσανε σε μακρινό κάμπο κάποιας χώρας; Σε κάμπο μακρινό; Σε ποιο κάμπο; Δεν σας φαίνεται παράξενο; Είναι, και πολύ μάλιστα. Λοιπόν, αυτή η λέξη, κάμπος, πεδιάδα, με το επίθετό της, μακρινός, αυτή η φράση (κάμπος μακρινής χώρας, τηλουρόν πέδον χθονός) είναι το κλειδί για την κατανόηση του Προμηθέα Δεσμώτη. Και όχι μόνο αυτό! Η φράση αυτή μας βοηθάει να κατανοήσουμε πότε και για ποιο λόγο γράφτηκε η τριλογία Προμήθεια, ποια θέση κατέχει στη τριλογία ο Προμηθεύς Δεσμώτης, εάν έχει γραφτεί από τον Αισχύλο ή όχι. Να τα συμπεράσματα στα οποία έχω καταλήξει κατόπιν διεξοδικής και λεπτομερειακής μελέτης της φράσης χθονός εις τηλουρόν πέδον: γράφτηκε το 456/5, από τον Αισχύλο, λίγους μήνες πριν τον θάνατό του στη Σικελία και είναι μια πολεμική κατά του δημοκράτη Περικλή, ένα μεγαλοπρεπές γαμοσταυρίδι κατά της δουλοκτητικής δημοκρατίας ως μιας στρατηγικής απόσπασης της υπακοής και της αφοσίωσης των ελεύθερων μικροκαλλιεργητών, είναι ένα φτύσιμο της δημοκρατικής ιδεολογίας της ταλαιπωρίας.
Κατ’ εντολή του Δία (εντολή Διός , 12), το Κράτος και η Βία, με τον απρόθυμο Ηφαιστο, οδηγούν τον Προμηθέα στην μακρυνή και έρημη Σκυθία, στον πανύψηλο Καύκασο (Καύκασον… ορών ύψιστον, 719 – υψίκρημνον πόλισμα / Καυκάσου 421-422 – αστρογείτονας κορυφάς / Καυκάσου, 720-721) για να τον “δέσουν με το ζόρι σε φαράγγι που το δέρνουν οι βροχές, τα χιόνια και οι παγωμένοι αγέρηδες” (δήσαι βία φάραγγι προς δυσχειμέρω, 15). Η Σκυθία έχει πολύ βαρύ χειμώνα και ο Καύκασος, πανύψηλο βουνό, δεν γνωρίζει καλοκαίρι, τα χιόνια δεν λιώνουν ποτέ και τ’ αγιάζι μαστιγώνει τις πλαγιές και τα φαράγγια. Τα σύννεφα κρύβουν τον ήλιο, μέρα νύχτα, χειμώνα καλοκαίρι. Την ώρα που ο Ηφαιστος σφυρηλατεί τα δεσμά του Προμηθέα του λέει πως θα τον δέσει πάνω στο βράχο όπου “θα σε καίει ο ήλιος και το δέρμα σου θ’ αλλάξει χρώμα, θα μαυρίσεις” (σταθευτός δ’ ηλίου φοίβη φλογί χροιάς αμείψεις άνθος˙ ασμένω δε σοι / η ποικιλείμων νύξ αποκρύψει φάος / πάχνην θ’ εώιαν ήλιος σκεδά πάλιν, 22-25). “Το βράδυ”, συνεχίζει ο Ηφαιστος,” θα πέφτει πάχνη που θα σε δροσίζει, θα σε ανακουφίζει, αλλά την ημέρα ο καύσωνας θα σε ταλαιπωρεί και πάλι”.
Οι υπηρέτες του Δία φεύγουν και μετά από λίγο έρχονται να τον επισκεφτούν οι νύμφες Ωκεανίδες (ο χορός) που δεν αντέχουν “να βλέπουν το κορμί του να μαραίνεται δίπλα στη πέτρα” (σον δέμας εισιδούσα / πέτρα προσαυαινόμενον, 146-147). Μα που βρίσκεται, τέλος πάντων, ο Προμηθέας; Μέσα σε λίγους στίχους, εκεί που θα περιμέναμε να ξεπαγιάζει δεμένος πάνω σε γκρεμό του Καυκάσου, να τον χτυπάνε αλύπητα οι βοριάδες, αυτός μαυρίζει από τον ήλιο και μαραίνεται από την ανυπόφορη ζέστη και τον μεσημεριανό καύσωνα. Ξεχνάει ο Αισχύλος τι είπε πριν από λίγο;
Μόλις φτάνει ο χορός των Ωκεανίδων, ο Προμηθέας εκφράζει το πόνο του (το παράπονό του) λέγοντας: κοιτάχτε με, δείτε μέ τί δεσμά εδώ πάνω στα απόκρημνα και πανύψηλα βράχια του φαραγγιού “υπομένω σκοπιά που δεν θα ζήλευε κανείς” (φρουράν άζηλον οχήσω, 143). Αλλά και ο Ήφαιστος, την ώρα που τον δένει πάνω στα βράχια, του λέει “σκοπός θα φυλάς σ’ αυτήν εδώ την πέτρα που δεν προσφέρει καμιά ευχαρίστηση˙ θα σε φάει η ορθοστασία, η αϋπνία,ούτε για μια στιγμή δεν θα μπορείς να καθίσεις” (ατερπή τήνδε φρουρήσεις πέτραν / ορθοστάδην άυπνος, ου κάμπτων γόνυ, 31-32). Εάν ζούσαμε τα χρόνια του Αισχύλου θα καταλαβαίναμε αμέσως ότι ο ποιητής χρησιμοποιεί λέξεις καί όρους που προέρχονται από το στρατιωτικό λεξιλόγιο. Ο ίδιος ήταν ικανότατος πολεμιστής και το γνώριζε πολύ καλά, όπως άλλωστε και όλοι οι άντρες , οι έφηβοι, οι γέροντες. Ο Προμηθέας δεν βρίσκεται απλώς κάπου που τον καίει ο ήλιος και μαυρίζει το δέρμα του αλλά φυλάει και σκοπιά κιόλας. Η λέξη “πέτρα” δεν σημαίνει μόνο το βράχο αλλά και το οικοδομικό υλικό από το οποίο χτίζονται τα κτίρια και τα τείχη (σιδηρόφρων τε κάκ πέτρας ειργασμένος, 242). Ο Προμηθέας φυλάει σκοπιά κοντά σε τείχος σε κάποια χώρα που κάνει πολύ ζέστη;
Ο “Προμηθέας Δεσμώτης” είναι γεμάτος με όρους και έννοιες που προέρχονται από το στρατιωτικό λεξιλόγιο. Όταν οι εκτελεστές της ποινής φεύγουν και μείνει μόνος, αναφωνεί, απευθυνόμενος στον αέρα, στις πηγές των ποταμών, στα κύματα, στη μητέρα γη και στον ήλιο, “δείτε από τι βάσανα σπαράσσομαι, δείτε πως στους αιώνες των αιώνων δεινά πολλά θα υπομένω” (δέρχθηθ’ οίαις αικείασιν διακναιόμενος τον μυριετή χρόνον αθλεύσω, 93-95). Αθλεύω θα πει ταλαιπωρούμαι, βασανίζομαι από τις κακουχίες του πολέμου. Οι Ωκεανίδες τον ρωτούν: “βλέπεις να τελειώνουν γρήγορα τα βάσανα σου;” Για το τέλος των ταλαιπωριών χρησιμοποιεί την έκφραση “άθλου τέρμα” (ουδ’ εστίν άθλου τέρμα σοι προκείμενον; 257). Στη συνέχεια παροτρύνουν τον Προμηθέα να βρει κάποια “άθλου έκλυσιν”, απαλλαγή από τα βάσανα (άθλου δ’ έκλυσιν ζήτει τινά, 262). Ο όρος “άθλος” είχε και ενεργητική και παθητική σημασία. Στον “Προμηθέα Δεσμώτη” μόνο παθητική: είναι τα βάσανα του πολεμιστή (κακουχίες, κρύο, ζέστη, ψείρες, αϋπνία, ορθοστασία, πορείες, δίψα, πείνα, κούραση, ιδρώτας, τρόμος, πληγές, απώλεια αγαπημένων συντρόφων). Από αυτήν τη σημασία του όρου προέρχονται και οι λέξεις άθλιος και αθλιότης (τίς του δε γ’ ανδρός νυν εστ’ αθλιώτερος; Σοφ., Οιδ. Τυρ. 815). Αθλητής σημαίνει και “ταλαίπωρος”.
Στον “Προμηθέα Δεσμώτη” υπάρχουν δυο Προμηθείς. Ο ένας, της μυθολογίας, βρίσκεται δεμένος σε απόκρημνο φαράγγι του Καυκάσου, χτυπημένος αλύπητα από τους κρύους βοριάδες. Ο άλλος, του Αισχύλου, φυλάει σκοπιά μέσα στη ζέστη και ταλαιπωρείται από χίλια μύρια βάσανα. Ποιός είναι αυτός ο Προμηθέας, πού βρίσκεται, ποιός τον έστειλε εκεί, για ποιό λόγο; Εάν μπορέσουμε να εντοπίσουμε πού βρίσκεται, θα αποκαλύψουμε και την ταυτότητά του. Την κατάλληλη στιγμή θα ερευνήσουμε και τα άλλα ερωτήματα.
Ο Αισχύλος τονίζει το στοιχείο της ζέστης, του καύσωνα. Ο Προμηθέας του Αισχύλου βρίσκεται σε μια χώρα που κάνει πολλή ζέστη. Ποιά είναι αυτή η χώρα; Θα επαναλάβω αυτό που του λέει ο Ηφαιστος (στ.22-23): “σταθευτός ηλίου φοίβη φλογί/χροιάς αμείψεις άνθος”. Το ρηματικό επίθετο σταθευτός παράγεται από το ρήμα σταθεύω που σημαίνει καψαλίζω, βάζω μέσα στο φούρνο και ψήνω για λίγη ώρα κάτι (ώσπερ ει τις σηπίαις πώγωνα περιθήσειν εσταθευμέναις, Αριστοφάνους Εκκλ., 128). Σταθευτός είναι ο καψαλισμένος, αυτός που έχει υποστεί μια υπερβολική θερμότητα. Ο Προμηθέας του Αισχύλου δεν βρίσκεται σε μια χώρα που κάνει πολλή ζέστη αλλά κάπου που κυριολεκτικά ψήνεται. Και είναι φυσικό να μαυρίσει. Χροιά είναι το δέρμα και άνθος το χρώμα. Σε μια ελεγεία του (190D 27W) ο Σόλων λέει ότι στην τρίτη επταετία ο άνδρας βγάζει γένεια, τρίχωμα και αλλάζει το χρώμα της επιδερμίδας του: “τη τριτάτη δε γένειον αεξομένων έτι γυίων/λαχνούται, χροιής άνθος αμειβομένης”. Για την αλλαγή του χρώματος της επιδερμίδας από τον ήλιο οι αρχαίοι Ελληνες μεταχειρίζονταν τα ρήματα τρέπειν, μεταβάλλειν, παραλλάττειν και αμείβειν.
Ο Αισχύλος ήταν ένας ικανότατος πολεμιστής που απεχθανόταν τον πόλεμο επειδή είχε γνωρίσει τον θάνατο. Μόνο ένα πράγμα απομένει στον πολεμιστή που απεχθάνεται τον πόλεμο: να μην μασάει τα λόγια του (ή πόνων τα λοιπά σοι / φράσω σαφηνώς , 780-781). Σε όλα τα έργα που έχουν σωθεί ο Αισχύλος παθιασμένα συμβουλεύει να μιλάμε απλά, με σαφήνεια: ουκ εμπλέκων αινίγματα αλλά απλώ λόγω (Πρ.Δεσμ.,610). Χρησιμοποιεί το επίρρημα σάφα ( Πρ. [ομηθεύς] 504 – Αγ.[αμέμων] 1368, 1369, 1616 – Χο.[ηφόροι] 197, 574 – Πε. [ρσαι] 337 – Ικ.[έτιδες] 740 – απ. 199: 2), το αφηρημένο ουσιαστικό σαφήνεια (Επ.[τά επί Θήβας] 67), το ρήμα σαφηνίζω (Χο. 678 – Πρ. 227, 621) και τα επίθετα σαφηνής (Πε. 634, 738) και σαφής (Πρ. 387, 641, 664, 914, 817, 840, 967 – Αγ. 38, 1047, 1636 – Πε. 248, 705, 519, 784 – Επ. 40, 82 Ικ. 467, 930, 948 – Χο. 20, 735, 767, 917, 1054 – απ. 358).
Ο Αισχύλος ήταν τόσο σαφής στους υπαινιγμούς του που οι θεατές του δεν δυσκολεύονταν να τον κατανοήσουν. (Εμείς δυσκολευόμαστε, γι’ αυτό και τα αρχαία κείμενα απαιτούν τόση επίπονη προσπάθεια για να προσεγγιστούν). Ολα όσα τον απασχολούν στα έργα του τα συζητούσε με τους φίλους του, τα συζητούσε και ο κόσμος στην αγορά. Δεν τον ενδιέφερε η μυθολογία˙ ήταν το πρόσχημα.
Ο Αισχύλος πέθανε στη Σικελία το 456/5 π.Χ. Τρία χρόνια πριν τον θάνατό του οι Αθηναίοι εισβάλλουν στην Αίγυπτο και επιχειρούν να αποκτήσουν τον έλεγχο της πλούσιας κοιλάδας του Νείλου (Θουκυδίδης Α 104, 109, 110). Όταν έφυγε από την Αθήνα και πήγε στην Σικελία, πολλοί φίλοι και γνωστοί πολεμούσαν στην Αίγυπτο και τους βασάνιζε ο ήλιος, η ορθοστασία, η αϋπνία, η πείνα, οι ψείρες. Οι θεατές, από τις πρώτες κιόλας λέξεις, έπιαναν τον υπαινιγμό και καταλάβαιναν και ποιός ήταν ο Προμηθέας και που βρίσκονταν: το Κράτος (ο ένοπλος Δήμος), ανακοινώνει στους θεατές “να λοιπόν που φτάσαμε σε κάμπο χώρας μακρυνής” (χθονός μεν εις τηλουρόν ήκομεν πέδον, 1). 0 ποιητής, διδάσκαλος (σκηνοθέτης) και προφήτης Αισχύλος διαμαρτύρεται. Στον “Αγαμέμνονα” είναι σαφέστατος: δεν θα ήθελα να ήμουν κατακτητής, μη σώσω και γίνω, αλλά δεν θα ήθελα και να υποδουλωθώ σε άλλους (μητ’ είην πτολιπόρθης, μητ’ ούν αυτός αλούς υπ’ άλλω βίον κατίδοιμι, Αγ. 472-474). Γνώριζε πολύ καλά τι τους περίμενε. Γνώριζε πολύ καλά ποιά είναι η τύχη του εισβολέα-κατακτητή: όποιος εισβάλλει σε ξένη γη, εκεί θάβεται (εχθρά (γη) δ’ έχοντας έκρυψεν, Αγ. 455). Ο ποιητής είχε πολεμήσει και στον Μαραθώνα και στη Σαλαμίνα. Αυτά τα λέει ένα χρόνο μετά την εισβολή στο Δέλτα του Νείλου – η Ορέστεια ανέβηκε το 458 π.Χ. Στην Ορέστεια ο Αισχύλος είναι νηφάλιος, στον Προμηθέα Δεσμώτη είναι πολύ ταραγμένος. Μετά την Ορέστεια φεύγει στη Σικελία και γράφει το κύκνειο άσμα του, τον “Προμηθέα Δεσμώτη”.
Τρία χρόνια μετά τον θάνατο του Αισχύλου, από τους 6.000, τουλάχιστον, επίδοξους κατακτητές της Αιγύπτου, μόνο λίγοι άνδρες από τα πληρώματα του στόλου κατάφεραν να γυρίσουν στην πατρίδα τους (και ολίγοι από πολλών πορευόμενοι δια της Λιβύης ες Κυρήνην εσώθησαν, οι δε πλείστοι απώλοντο (Θουκ. Α 110).
Εάν στον Προμηθέα Δεσμώτη υπάρχουν δυο Προμηθείς, της μυθολογίας και της ιστορίας, θα πρέπει να υπάρχει ένας μυθικός Ζεύς και ένας ιστορικός. Ο ιστορικός Ζεύς, ποιος είναι;
Βιβλιογραφία
Meiggs, Russell, The Athenian Empire, Oxford, 1972
Αλέξης Διαμαντόπουλος, Η Προμήθεια του Αισχύλου. Πνευματικό και Πολιτικό Υπόβαθρο. Αθήνα 1992, εκδ. Δ.Παπαδήμας.
Davison, J. A., The Date of the Prometheia, Transactions and Proceedings of the American Philological Association, 80, 1949, 66-93
Herington, C. J., The Author of the Prometheus Bound, Uninersity of Texas Press, Austin and London, 1970
Focke, F., «Aischylos’ Prometheus», Hermes 65, 1930, 254-304
Davison, J. A., «Aeschylus and Athenian Politics, 472-456 B.C.», Studies Presented to V.Ehrenberg, Oxford, 1966, 93-107
Italie, G., Index Aeschyleus, Leiden, 1955
Fowler, B. H., «The Imagery of the Prometheus Bound», American Journal of Philology 78, 1957, 173-184
Podlecki, A. J., The Political Background of Aeschylean Tragedy, Ann Arbor, 1966
George Thomson, Αισχύλος και Αθήναι, Αθήνα, 1954
Cantarella, Quintino, “Eschilo in Sicilia”, Dioniso 37, 1963, 5-24
Herington, C. J., “Aeschylus in Sicily”, Journal of Hellenic Studies 87, 1967, 74-85
Χα! ο δάσκαλος που μου μάθαινε “άγνωστο” στα αρχαία μου έλεγε ότι ο Δίας ήταν το νέο δημοκρατικό καθεστώς, στο οποίο ο Αισχύλος κάνει δριμεία κριτική με τον Προμηθέα Δεσμώτη. Ο Αισχύλος ήταν αριστοκρατικής καταγωγής αλλά ήταν και ιδιοφυϊα, και οι ιδιοφυϊες αφήνουν πάντα διαυγή κριτική, ακόμη και εάν στην εποχή τους έχουν λάβει μια πολιτική θέση που εμείς δεν μπορούμε να κατανοήσουμε.
Μόλις διάβασα αυτήν τη μελέτη σου Αθανάσιε, μου φαίνεται εξαιρετική. Ειδικά επειδή ξέρουμε ότι στον Προμηθέα υπάρχει μια υπόσχεση (όπως σε όλες τις τραγωδίες άλλωστε) όχι μόνο λύτρωσης, αλλά αποκατάστασης της αδικίας, δηλ. ότι ο Δίας θα χάσει την εξουσία του μια ημέρα και θα απαλλαγεί ο κόσμος από το τυραννικό καθεστώς.