Όταν ακούμε έναν πρωθυπουργό (ο Κ. Καραμανλής, ο νεώτερος, το είπε) να ζητάει από τους Υπ-ηκόους, αυτούς που είναι από κάτω (υπό) και ακούν, να τρέξουν ακόμα πιο γρήγορα , δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως δεν εννοεί να τρέξουμε με τα πόδια ή με το αυτοκίνητο. Κάτι άλλο θα εννοεί. Τι όμως; Και γιατί, πολύ συχνά, οι πολιτικοί ζητάνε από το λαό να τρέξει πιο γρήγορα; Τη φράση “ο κόσμος τρέχει, εμείς;” την έχουμε ακούσει και διαβάσει πολλές φορές. Μια πρώτη ανάγνωση θα υποδείκνυε ότι η παραπάνω πρωθυπουργική φράση είναι ένας φόρος τιμής στη λατρεία του τρεξίματος, της ταχύτητας, ένα από τα βασικά χαρακτηριστικά του δυτικού πολιτισμού. Το ρήμα όμως “ζήτησα”, μας προτρέπει να επιχειρήσουμε και άλλες αναγνώσεις. Γιατί όταν ζητάμε, ή παρακαλάμε, δηλαδή ικετεύουμε, επαιτούμε ή απαιτούμε, δηλαδή διατάζουμε. Είναι βέβαιο ότι ο πρωθυπουργός δεν πέφτει γονατιστός στα πόδια μας να μας παρακαλέσει· δεν είναι ζήτουλας, ζητιάνος, ψωμοζήτης· άρα, ζήτησα σημαίνει διέταξα. Διέταξα να τρέξουμε ακόμα πιο γρήγορα. Αφού εξασφάλισε την απαιτούμενη αφοσίωση των Υπηκόων, με την πειθώ και όχι με την απροκάλυπτη βία, είναι σε θέση να τους κινητοποιήσει: τρέξτε πιο γρήγορα! Αυτά είναι τα βασικά καθήκοντα ενός ηγέτη: να αποσπάσει την αφοσίωσή τους χωρίς να καταφύγει στη βία, όπως κάνει μια ποδοσφαιρική ομάδα ή ένας δημοφιλής τραγουδιστής, και να καταφέρει να τους κινητοποιήσει: να πάνε στη δουλειά τους, στο γήπεδο ή στη συναυλία. Πολλές φορές η κινητοποίηση του Υπηκόου δεν επιτυγχάνεται: οι απεργοί, για παράδειγμα, και οι λιποτάκτες αρνούνται να κινητοποιηθούν. Τι εννοούμε όταν λέμε στάση εργασίας; Εννοούμε ότι κάποιοι εργαζόμενοι σταματάνε την εργασία. Είναι τυχαίο που η στάση, το σταμάτημα βρίσκεται στο πυρήνα της έννοιας επανάσταση; Η επανάσταση είναι στάση, σταμάτημα, άρνηση κινητοποίησης.
Γιατί όμως η κινητοποίηση να ταυτίζεται με το τρέξιμο; Γιατί ο δυτικός πολιτισμός λατρεύει το τρέξιμο; Από ποιους να τρέξουμε πιο γρήγορα; Ποιοι είναι οι αντίπαλοί μας; Θα τρέχουμε συνέχεια, χωρίς σταματημό ή κάπου θα σταματήσουμε να ξεκουραστούμε; Που θέλουμε να φτάσουμε; Γνωρίζουμε το δρόμο ή θα ακολουθήσουμε άλλους; Όλα αυτά είναι ερωτήματα που πηγάζουν από την πρωθυπουργική ρήση και πρέπει να απαντηθούν. Πριν όμως μπούμε στο κόπο να καταπιαστούμε με την διερεύνηση των απαντήσεων, δεν πρέπει να μας διαφεύγει η παρατήρηση ότι Υπήκοοι δεν έχουν και σε μεγάλη εκτίμηση το τρέξιμο. Θα έχετε ακούσει τις εκφράσεις “με τρέχει” ή “πω πω, τι τρέξιμο ήταν κι αυτό σήμερα!” (“έφαγα ένα τρέξιμο!”) Η πρώτη δηλώνει ότι κάποιος ή κάποιοι δεν μας αφήνουν ήσυχους με τις αλλεπάλληλες απαιτήσεις ή διαταγές τους. Τρέχει ο λοχίας τους φαντάρους, ο επιστάτης τους εργάτες, ο δάσκαλος τους μαθητές, ο άντρας τη γυναίκα του, η μάνα τα παιδιά της. Η δεύτερη δηλώνει την ταλαιπωρία και την κούραση που έχει υποστεί κάποιος στη δουλειά του, στο δρόμο ή στο σπίτι. Ο συντονιστής όλου αυτού του καθημερινού τρεξίματος των Υπηκόων είναι ο πρωθυπουργός. Ο πρωθυπουργός μας τρέχει. Δεν τρέχει, μας τρέχει.
Παρά την απέχθεια των Υπηκόων προς το τρέξιμο (προς την διαταγή και την ταλαιπωρία), οι πολιτικοί ηγέτες είναι αμετακίνητα προσκολλημένοι στο καθήκον τους. Η κινητοποίηση πρέπει να είναι καθημερινή επειδή ακριβώς σχετίζεται με την αφοσίωση: μία από τις δυο να χαλαρώσει, επέρχεται η καταστροφή. Και τότε, η προσφυγή στη βία είναι η μόνη λύση παρά τους κινδύνους που εγκυμονεί. Μόνο με την κινητοποίηση, με το τρέξιμο στη προκειμένη περίπτωση, θα φτάσουμε πιο γρήγορα από τους άλλους στο τέρμα, στην καθημερινά διακυβευόμενη ευημερία: έτσι, το τρέξιμο δεν πρόκειται να σταματήσει ποτέ. Εάν σταματήσει, κάποιος άλλος θα μας αρπάξει την ευημερία. Εάν δεν θέλετε να κλείσει το σπίτι σας, οφείλετε να κλείσετε το σπίτι του αλλουνού. Εάν δεν θέλετε να κλείσει το εργοστάσιο σας, οφείλετε να κλείσετε του ανταγωνιστή. Τρέχω πιο γρήγορα από τον άλλον σημαίνει ότι προλαβαίνω εγώ να του κλείσω το σπίτι ή το εργοστάσιο.
Η πρωθυπουργική ρήση είναι μια παρότρυνση να είμαστε πιο ανταγωνιστικοί, δηλαδή να έχουμε ολοένα και λιγότερους δισταγμούς να κλείσουμε το σπίτι του αλλουνού. Να είμαστε πιο αποφασιστικοί, να δείξουμε μεγαλύτερη πυγμή: το πρότυπο μας το προσφέρει ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Αυτόν πρέπει να ακολουθήσουμε: γνωρίζει καλύτερα από μας την οδό, την μέθοδο δηλαδή και τους τρόπους, που βγάζει στην πολυπόθητη ευημερία.
Γιατί όμως να χρησιμοποιεί την μεταφορά του τρεξίματος (προς ένα τόπο, προς ένα στόχο) για να μας μιλήσει για την ανταγωνιστικότητα, ως τον μόνο τρόπο εξασφάλισης της ευημερίας; Η μεταφορά αυτή σχετίζεται με μιαν άλλη, πασίγνωστη και πολύ συχνά χρησιμοποιούμενη: θα την αποδίδαμε με το γνωστό διαφημιστικό σλόγκαν κινητής τηλεφωνίας: είναι καλύτερα να είσαι μπροστά! Γιατί είναι καλύτερα να είσαι μπροστά; Πότε; στο πόλεμο ή στο κατοστάρι των Ολυμπιακών αγώνων; Το ίδιο είναι: όταν είσαι μπροστά, εσύ θα πάρεις το χρυσάφι. Πρώτος! Η πρωτιά και το χρυσάφι είναι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Ζήτησα να τρέξουμε ακόμα πιο γρήγορα γιατί είναι καλύτερα να είσαι μπροστά, πρώτος: εσύ θα αρπάξεις την ευημερία και ο άλλος θα λιμοκτονήσει· εγώ θα σας οδηγήσω και θα είμαι πιο μπροστά από όλους, θα είμαι πιο πρώτος από τους πρώτους, θα είμαι ο πρώτος υπουργός, ο πρώτος υπηρέτης της πορείας προς την αρπαγή του χρυσού της ευημερίας.
Η προσαρμογή της πολεμικής μεταφοράς στο πεδίο της οικονομίας είναι εφικτή μόνο επειδή η οικονομία (και η πολιτική) είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα. Σχεδόν όλοι οι οικονομικοί όροι είναι πολεμικής προέλευσης: investment δεν σημαίνει μόνο επένδυση αλλά και πολιορκία. Η επένδυση είναι πολιορκία: θα το εξετάσουμε σε ένα μελλοντικό μας σημείωμα. Πως όμως θα ακολουθήσουμε τον οδηγό μας; Θα είναι δική μας επιλογή, θα τον μιμηθούμε ή θα τον ακολουθήσουμε όπως ακολουθούν τα πρόβατα τον τσομπάνη; Ποια από αυτές τις επιλογές θα προτιμούσε ο πρωθυπουργός; Από τη στιγμή που θα τρέξουμε, που θα κινητοποιηθούμε και δεν θα τη κοπανήσουμε από τη δουλείά, δεν θα γυρίσουμε πλευρά για να συνεχίσουμε τον ύπνο μας, όποιο τρόπο και να επιλέξουμε είναι βέβαιο ότι θα τον επικροτήσει με ενθουσιασμό. Εάν έπρεπε να διαλέξει, θα έδειχνε μια προτίμηση προς την τρίτη επιλογή. Είχε δηλώσει άλλωστε “να μην ξυνόμαστε στη γκλίτσα του τσομπάνη”.
Σχολιάστε ελεύθερα!