Θα υπάρχει άραγε επαγγελματικό μπάσκετ σε μια άλλη κοινωνία που είναι εφικτή, σε μια κοινωνία που οι άνθρωποι θα είναι πάνω από τα κέρδη, σε μια κοινωνία δηλαδή που δεν θα υπάρχουν κέρδη, αρπαγή με άλλα λόγια μέσω του χρήματος του συλλογικά παραγόμενου κοινωνικού πλούτου; Θα υπάρχουν επαγγελματίες μπασκετμπολίστες που θα πληρώνονται, όπως σήμερα, πολλοί από αυτούς μάλιστα με αστρονομικά ποσά, για να παίζουν; Θα υπάρχουν ομάδες μπάσκετ που θα είναι καπιταλιστικές επιχειρήσεις, που θα πουλάνε και θα αγοράζουν παίκτες σαν να είναι δούλοι-εμπορεύματα; Θα υπάρχουν εθνικά και ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, κατηγορίες, βαθμολογίες και όλα τα σχετικά (στατιστικές, στοιχήματα, κλπ); Κι αν απαντήσουμε αποφατικά και δεχτούμε ότι θα υπάρχει μόνο ερασιτεχνικό μπάσκετ, τι θα κάνουμε, θα προτιμάμε να παίζουμε ή να βλέπουμε τους άλλους να παίζουν;
Μια απάντηση στο παρακάτω ερώτημα θα μας βοηθήσει πολύ να διατυπώσουμε και τις απαντήσεις σε αυτά τα τελευταία ερωτήματα: που, πότε, από ποιους παίζεται το καλύτερο μπάσκετ σήμερα; Το ερώτημα αυτό αφορά και το ποδόσφαιρο και την απάντηση μας την έδωσε ο Φρ. Μπέγκενμπαουερ, όταν σε μια συνέντευξή του ρωτήθηκε ποιος ήταν ο καλύτερος αγώνας που είχε παίξει. Στο πάρκο της γειτονιάς, απάντησε ο Μπέγκενμπάουερ, με τα παιδιά της γειτονιάς. Κι όταν λέμε παιδιά εννοούμε αγόρια και κορίτσια. Σήμερα, το καλύτερο ποδόσφαιρο και το καλύτερο μπάσκετ παίζεται στις αυλές των σχολείων και στις μπασκέτες των γειτονιών: χωρίς χρονόμετρο, χωρίς καθορισμό διάρκειας του παιχνιδιού, χωρίς διαιτητές, χωρίς μέτρηση πολλές φορές των καλαθιών και χωρίς θεατές. Εάν προτιμούμε να βλέπουμε και όχι να παίζουμε, μιας και ζούμε στη κοινωνία του θεάματος και της παθητικότητας, εάν μας ενδιαφέρει περισσότερο το θέαμα, είναι βέβαιο ότι οι επαγγελματίες μπασκετμπολίστες μας προσφέρουν υψηλού επιπέδου θέαμα: ψηλά άλματα, ακριβείς μεταβιβάσεις της μπάλας, εύστοχες βολές, τολμηρές και δυναμικές διεισδύσεις στον καλά φυλασσόμενο χώρο της αντίπαλης ομάδας, δυνατές διεισδύσεις της μπάλας σε μια οπή περιωπής κυκλικού σχήματος (καρφώματα), δυναμικές έως βίαιες διεκδικήσεις της μπάλας.
Το θέαμα αυτό είναι προϊόν της πολύχρονης και πολύωρης καθημερινά ενασχόλησης κάποιων παικτών. Από τη στιγμή που σε μια άλλη δίκαιη κοινωνία δεν θα υπάρχει επαγγελματικό μπάσκετ, είναι βέβαιο ότι αυτό το θέαμα θα χαθεί. Και φυσικά θα προτιμήσουμε τη δίκαιη κοινωνία από το θέαμα του μπάσκετ. Θα την προτιμήσουμε όμως; Ή θα προτιμήσουμε το θέαμα; Αποκλείεται να συνυπάρχουν και τα δύο; Είναι δυνατόν να υπάρχει θέαμα χωρίς θεατές; Θα υπάρχουν θεατές σε μια άλλη κοινωνία που είναι εφικτή;
Στα παιδιά αρέσει πιο πολύ να παίζουν παρά να βλέπουν. Και όταν παίζουν, δεν υπάρχουν θεατές για να τους βλέπουν. Και είναι σαφές ότι οι ενήλικες που παίζουν μπάσκετ στη γειτονιά τους ή πάνε στα 5Χ5 για να παίξουν μπάλα με τη παρέα τους προτιμούν να παίζουν παρά να βλέπουν. Και στο παρελθόν όμως, την εποχή του μεσαιωνικού ποδοσφαίρου, δεν υπήρχαν θεατές. Και δεν υπήρχαν θεατές διότι όλοι ήθελαν να παίξουν και πράγματι έπαιζαν: οι ομάδες του ποδοσφαίρου αποτελούνταν από εκατοντάδες παίκτες, που έμπαιναν κι έβγαιναν από το παιχνίδι όποτε ήθελαν. Το ποδόσφαιρο παίζονταν μεταξύ των ανδρικών ομάδων των χωριών ή των ενοριών, τα τέρματα απείχαν μέχρι και πέντε χιλιόμετρα, παιζόταν όλη τη μέρα, σημειώνονταν πολλοί τραυματισμοί ενώ σπάνια επιτυγχάνονταν κάποια διείσδυση της μπάλας στο τέρμα που μερικές φορές ήταν μια ανοιχτή πόρτα του σπιτιού του τοπικού άρχοντα. Τότε, έπαιζαν όλοι· τώρα, οι παίχτες εξορίστηκαν στις κερκίδες και στους καναπέδες. Οι θεατές είναι εξόριστοι παίκτες. Και δικαίως διαμαρτύρονται και απειλούν ότι θα μπούνε μέσα και πολλές φορές μπαίνουν.
Σε καμιά άλλη κοινωνία οι άνθρωποι δεν έπαιζαν, δεν χόρευαν και δεν τραγουδούσαν τόσο λίγο όσο στις σημερινές καπιταλιστικές κοινωνίες. Ο καπιταλισμός εξαφάνισε το παιχνίδι, το τραγούδι και το χορό και πρόκρινε το θέαμα. Τους λόγους τους γνωρίζουμε. Εργασία και παιχνίδι κρίθηκαν ασύμβατα· το παιχνίδι έπρεπε να γίνει κερδοφόρα επιχείρηση. Δεν θα παίζετε: θα βλέπετε. Για να δείτε, θα πρέπει να πληρώσετε. Σε μία άλλη κοινωνία που είναι εφικτή, η κατάσταση αυτή θα πρέπει να αντιστραφεί: Δεν θα βλέπουμε, θα παίζουμε. Κι όσοι θέλουν να βλέπουν, θα βλέπουν χωρίς να πληρώνουν.
Όποιος ασχολείται με το μπάσκετ οφείλει να απαντήσει σε δυο κομβικής σημασίας ερωτήματα. Το πρώτο: γιατί το μπάσκετ επινοήθηκε το 1891 και όχι το 1834 ή το 1776; Το δεύτερο: γιατί το μπάσκετ, η καλαθοσφαίριση, δεν είναι τόσο δημοφιλές όσο το ποδόσφαιρο; Μπορούμε να διατυπώσουμε κάποιες απαντήσεις σε αυτά τα ερωτήματα; Ασφαλώς και μπορούμε. Ως το πρώτο ερώτημα, η απάντηση είναι η εξής: η επινόηση του μπάσκετ προϋποθέτει αφενός τη μεταβίβαση της μπάλας (πάσα) για την επίτευξή του σκοπού, της διείσδυσης της μπάλας, κι αφετέρου τη σαφή οριοθέτηση του χώρου διείσδυσης. Στο ποδόσφαιρο, η μεταβίβαση της μπάλας, το παιχνίδι με τις πολλές πάσες, επινοήθηκε τη σεζόν 1871-2 από την ομάδα της Κουίνς Πάρκ της Γλασκόβης και προκρίθηκε σε βάρος του παιχνιδιού τις μακράς ατομικής κούρσας και της τρίπλας, ενώ η σαφής οριοθέτηση του χώρου της διείσδυσης, γνωστός ως goalmouth, άρχισε το 1875 όταν τοποθετήθηκε το οριζόντιο δοκάρι και ολοκληρώθηκε το 1890 όταν χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά τα δίχτυα, με αποτέλεσμα η διείσδυση της μπάλας να γίνει πιο σαφής. Εάν δεν είχαν γίνει αυτές οι αλλαγές στο ποδόσφαιρο, το μπάσκετ δεν θα είχε επινοηθεί.
Προς επίρρωση αυτής της υπόθεσης μπορούμε να επικαλεστούμε το φαινόμενο της ποδοσφαιροποίησης των ομαδικών παιχνιδιών κατά τα τέλη του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου. Η γοητεία του ποδοσφαίρου είναι τέτοια που ή επινοούνται νέα παιχνίδια ή τα ήδη υπάρχοντα μετασχηματίζονται με πρότυπο το ποδόσφαιρο. Η υδατοσφαίριση λεγόταν football in the water, το χάντμπολ έχει πατέρα το ποδόσφαιρο και μάνα το μπάσκετ, ενώ η ποδοσφαιροποίηση του χόκεϊ και το πόλο είναι σαφέστατη. Και αυτό είναι το κατάλληλο σημείο να απαντήσουμε στο δεύτερο ερώτημα. Από όλα τα παιχνίδια στα οποία η νίκη επιτυγχάνεται με τη διείσδυση της μπάλας σε μια πολύ καλά φυλασσόμενη περιοχή του αντιπάλου, την πιο δυνατή διείσδυση, άρα την πιο ευθεία και την πιο ταχεία κίνηση της μπάλας, την επιτυγχάνει ο ποδοσφαιριστής. Ball είναι η οβίδα του κανονιού και το δυνατό χτύπημα της μπάλας λέγεται πυροβολισμός (σουτ, shoot). Όσο πιο δυνατή είναι η διείσδυση τόσο πιο έντονη η συγκίνηση και ο ενθουσιασμός (κάρφωμα!).
Μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, τα ομαδικά παιχνίδια διείσδυσης της μπάλας ήταν ένα μικρό κλάσμα των εκατοντάδων ομαδικών παιχνιδιών και των χιλιάδων γενικά παιχνιδιών. Ο καπιταλισμός τα εξάλειψε όλα. Σήμερα, τα μόνα ομαδικά παιχνίδια που υπάρχουν είναι αυτά της διείσδυσης της μπάλας, τα οποία επινοήθηκαν ή διαμορφώθηκαν προς τα τέλη της εμφάνισης του του σύγχρονου ποδοσφαίρου
Οφείλουμε λοιπόν να αναρωτηθούμε: γιατί αυτή την εποχή εμφανίζεται ο αθλητισμός της διείσδυσης; Γιατί δεν υπήρχε πριν τον 19ο αιώνα; Τι αναπαριστάνει η διείσδυση της μπάλας; Ποια είναι η σχέση του καπιταλισμού (και του δυτικού πολιτισμού) με τη διείσδυση; Γιατί την λατρεύουμε; Γιατί την θεωρούμε μέτρο αξιολόγησης; Γιατί κάποιος είναι οξύνους στοχαστής; Γιατί ένας διανοητής χαρακτηρίζεται οξυδερκής; Γιατί ένας διεισδυτικός κριτικός είναι ικανός; Γιατί λατρεύουμε τα βλήματα που διεισδύουν; (Διανοητής μεγάλου διαμετρήματος). Γιατί λατρεύουμε το μεγάλο βεληνεκές; (Στοχαστής μεγάλου βεληνεκούς).
Εάν δεν μελετήσουμε τη δυτική λατρεία της διείσδυσης, τη δυτική επιθυμία δηλαδή της διείσδυσης, δεν θα μπορέσουμε να ξεδιαλύνουμε το μυστήριο της γοητείας του ποδοσφαίρου και της υποδεέστερης θέσης του μπάσκετ. Προς αυτή την κατεύθυνση κινούμαστε εδώ και πολλά χρόνια στην Ανωτάτη Σχολή Κακών Τεχνών.
Σχολιάστε ελεύθερα!