φίλες και φίλοι, γεια σας και χαρά σας
Λέμε ότι ο Κύριος λατρεύει το χρήμα ή το κέρδος. Τι εννοούμε όμως με τις λέξεις “λατρεύω” και “λατρεία”; Μήπως εννοούμε “υπηρετώ” και “υπηρεσία”, οπότε το χρήμα ή το κέρδος είναι οι Κύριοι του Κυρίου κι αυτός, αναπόφευκτα, περιέρχεται στην κατάσταση του λάτρη, του υπηρέτη, του δούλου ; Μήπως εννοούμε επιθυμώ και επιθυμία, οπότε το χρήμα ή το κέρδος δεν είναι τίποτα παραπάνω από αντικείμενα πόθου; Θα μου πείτε: ναι, αλλά όποιος ποθεί δεν υπηρετεί; Δεν είμαστε δούλοι των πόθων μας; Οι επιθυμίες μας δεν ελέγχουν την κατάσταση; Ασφαλώς και είμαστε υποχείρια των ίδιων των επιθυμιών μας, φαίνεται από τη δυσκολία να παραιτηθούμε από αυτές, αλλά΄, στην περίπτωση του Κυρίου, θα πρέπει να επιλέξουμε ποια είναι η κύρια σημασία. Η πυρηνική επιθυμία του Κυρίου είναι η ισχυροποίησή του, η αύξηση, η μεγέθυνση της διαθέσιμης ισχύος, της δυνατότητας να επιβάλει την θέλησή του στους εχθρούς του, δηλαδή, στους αντιπάλους του (ανταγωνιστές και υποτελείς Παραγωγούς) και στη Φύση. Αυτός είναι ο κοινός στόχος σχεδόν όλων των κειμένων που συντάχθηκαν από τους ελληνόφωνους Κυρίους, για να περιοριστώ σε αυτούς, της αρχαϊκής και κλασικής εποχής, από την Ιλιάδα μέχρι τον Αριστοτέλη. Για την επίτευξη αυτού του σκοπού χρησιμοποιεί τα προσφορότερα μέσα, τα μέσα δηλαδή που του επιτρέπουν να ισχυροποιηθεί με την όσο το δυνατόν μικρότερη προσπάθεια σε όσο το δυνατόν ελάχιστο χρόνο. Η ίδια η επιθυμία της ισχυροποίησης και ο τρόπος εκπλήρωσής της (Θεός – ορθός λόγος) μας ωθεί να δούμε τη λατρεία ως επιθυμία περισσότερο παρά ως υπηρεσία.
Θεωρώ ότι η πρόκριση αυτή είναι δόκιμη όχι μόνο στην περίπτωση της λατρείας της απόστασης, με την οποία θα ασχοληθούμε στη σημερινή μας διάλεξη, αλλά σε όλες τις λατρείες του Κυρίου: σε αυτήν της ταχύτητας, του ύψους, της πτήσης, του φρουρίου, του φωτός, της λάμψης, της σπανιότητας, της αφθαρσίας, της διείσδυσης, της αποτελεσματικότητας, της μεγέθυνσης, της πανταχού παρουσίας, της αθανασίας και πολλών άλλων που θα εξετάσουμε διεξοδικά στο πλαίσιο των διαλέξεων της Θεολογίας της Προόδου. Οι επιθυμίες αυτές είναι μέσα ισχυροποίησης και ως μέσα δεν μπορεί σε καμιά περίπτωση να είναι οι Κύριοι του Κυρίου. Εάν εκπληρωθούν, αυξάνουν την ισχύ του Κυρίου. Έτσι, η αύξηση της ισχύος του Κυρίου ισοδυναμεί με την εκπλήρωση αυτών των επιθυμιών.
Όλες αυτές οι επιθυμίες, και άλλες πολλές, είναι ιδιότητες του Θεού. Ο Θεός είναι αυτό που θα ήθελε να ήταν ο Κύριος αλλά δεν μπορούσε. Ο Θεός είναι το τέλος, ο σκοπός του Κυρίου και τόσο η μεταφυσική όσο η τελολογία, όπως θα δούμε στην Κυριολογία, προέρχονται από την επιθυμία ισχυροποίησης. Θα δούμε ότι ο Θεός είναι όντως το τέλος, το τέρμα των επιδιώξεων του Κυρίου που δεν μπορεί παρά να σημάνει και το τέλος του, δηλαδή την ανυπαρξία του. Η επιτυχία καταστρέψει τον Κύριο. Το πολυπρόσωπο αυτό τέλος έχει καταγραφεί στην οντότητα του Θεού από τις πρώτες στιγμές της εμφάνισής του. Όλα τα κείμενα του Κυρίου μας λένε ότι μόνο μερικοί ισχυροί μπορούν να δουν τον Θεό (θεό) κι αυτό ελάχιστες φορές. Κι αυτό διότι ο Θεός φροντίζει, αν και πανταχού παρών, να είναι πάντα απών, δηλαδή μακριά. Ο Δίας στην Ιλιάδα κάθεται μακριά και από τους ίδιους τους θεούς, στην πιο ψηλή κορφή του Ολύμπου ή της Ίδης, μέσα στα σύννεφα. Δεν υπάρχει ή δεν φαίνεται;
Ο Θεός ανήκει στην κατηγορία των όντων που και υπάρχουν και δεν υπάρχουν. Σαν τον Κένταυρο, σαν τον Πήγασο, σαν όλα τα πλάσματα των φαντασιώσεων και της εξ αυτής προερχόμενης φαντασίας μας. Ο Θεός υπάρχει από τη στιγμή που υπάρχουν οι επιθυμίες μας να γίνουμε σαν αυτόν. Ο Θεός δεν υπάρχει διότι τις επιθυμίες αυτές δεν τις έχουμε εκπληρώσει: ο Κύριος δεν έγινε ακόμα Θεός. Επιδιώκει να γίνει. Εάν γίνει αυτό θα σημάνει την καταστροφή της ζωής πάνω στον πλανήτη. Πως όμως να εξηγήσουμε τη τάση του Θεού να απομακρύνεται, να απομονώνεται; Όλοι οι θεοί βρίσκονται πολύ μακριά: γιατί;
Ας αφήσουμε αυτό το ερώτημα αναπάντητο κι ας στρέψουμε την προσοχή μας στο παρόν. Λατρεύεται σήμερα η απόσταση από τον Κύριο; Την επιθυμεί; Κατάφερε να εκπληρώσει αυτή την επιθυμία; Ποιος να ρωτήσουμε να μας δώσει μια απάντηση; Ας ρωτήσουμε καταρχάς τη γλώσσα. Αυτή θα μας δώσει την εξής απάντηση: φίλες και φίλοι, κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει υποχωρήσει και η τελευταία επιφύλαξη: ναι, το προσφιλέστερο επίρρημα του δυτικού πολιτισμού, του μοναδικού και παγκόσμιου πια πολιτισμού, είναι το τηλε-, tele-. Από την τηλεμαχία φτάσαμε στην τηλεμαλακία. Ο αριθμός των λέξεων που παράγονται με πρώτο συνθετικό το επίρρημα τηλε-, tele-, αυξάνεται διαρκώς. Τα λεξικά όλων των γλωσσών του κόσμου έχουν κατακλυσθεί με λέξεις με πρώτο συνθετικό το τηλε, tele-, ενώ η παραγωγή είναι τόση που ακόμα και ένα πολύ πρόσφατα εκδοθέν λεξικό να ανοίξετε είναι βέβαιο ότι δεν θα έχει καταγράψει κάποια από αυτές τις λέξεις. Κι αν η μαρτυρία της γλώσσας δεν σας πείθει, ρίξτε μια ματιά τριγύρω σας να δείτε ότι οι υποτελείς μιλούν περισσότερο με αυτούς είναι μακριά, παρά με αυτούς που είναι κοντά. Το είδα με τα μάτια μου: τέσσερα κορίτσια σε καφετέρια μιλούσαν ταυτόχρονα στο κινητό με ανθρώπους που ήταν μακριά. Εκτός από τον Κύριο, την απόσταση τη λατρεύει και ο υποτελής. Όταν η απόσταση αποικίσει κάθε κοινωνική δραστηριότητα, ο Κύριος θα γίνει πανίσχυρος θεός, αήττητος κοινωνικά. Κι αν γίνει και αθάνατος, θα υποδουλωθεί οριστικά και αμετάκλητα και η φύση.
Πλησιάζουμε στον πυρήνα του ζητήματος. Εάν ο Θεός είναι αυτό που θέλει να γίνει ο Κύριος, γιατί λατρεύει την απόσταση; Εάν ο Θεός κατοικεί (κρυμμένος) στις κορυφές του Ολύμπου, της Ίδης, της Σιών, που κατοικούσε ο Κύριος; Γνωρίζουμε την απάντηση: στις κορυφές απόκρημνων βραχωδών λόφων, στις ακροπόλεις. Η απόσταση εξασφαλίζει τον Κύριο την πολυπόθητη ασφάλεια. Ποιον φοβάται; Τους υποτελείς Παραγωγούς και τους ανταγωνιστές Κυρίους. Οι ακροπόλεις ήταν καταφύγια, λημέρια· αργότερα, οι ίδιες οι πόλεις έγιναν ακροπόλεις, φρούρια. Ο Κύριος ουδέποτε έπαυσε να ζει μακριά από τους υποτελείς του:μας το επιβεβαιώνουν τόσο οι φεουδαρχικές κοινωνίες όσο και οι σημερινές καπιταλιστικές. Ο βασικός λόγος είναι ο φόβος. Να σας αναφέρω ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα: εάν ο πρωθυπουργός δεν περιμένει στο φανάρι, όπως όλοι μας, είναι γιατί φοβάται να συγχρωτισθεί με τους υποτελείς του. Τους κρατάει λοιπόν σε απόσταση: Μείνετε μακριά, να περάσω. Ούτε είναι τυχαίο που περνάνε το περισσότερο χρόνο πάνω στον ουρανό, στα αεροπλάνα, τα ιπτάμενα φρούρια, καταφέρνοντας να πάνε πιο μακριά κι από τον ίδιο τον Θεό, από τις ίδιες τις επιθυμίες τους.
Εντοπίσαμε λοιπόν ένα λόγο για τον οποίο ο Κύριος λατρεύει την απόσταση: η απόσταση παρέχει ασφάλεια, άρα είναι έκφραση του φόβου του Κυρίου. Ο Κύριος όμως είναι και πολεμιστής. Τι σχέση έχει ο πόλεμος με την απόσταση; Θα μας την εξηγήσει ο γιος του Οδυσσέα, ο Τηλέμαχος. Ορθολογικά σκεπτόμενοι, τι είναι καλύτερο, να πολεμάς από κοντά ή από μακριά; Εάν ρωτούσαμε τον Δία, ποια απάντηση θα μας έδινε; Τυφλοί είστε, δεν με βλέπετε; Γιατί είμαι πιο ισχυρός από όλους, θνητούς και αθανάτους; Γιατί είμαι αήττητος πολεμιστής; Είμαι αήττητος διότι το βεληνεκές του δικού μου ισχυρότερου όπλου είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο από αυτό του ήρωα. Είκοσι μέτρα; Τι είναι είκοσι μέτρα; (Τόσο έχει υπολογισθεί το βεληνεκές του βασικού όπλου του ήρωα, του μακρού ξύλινου δόρατος με τη μεγάλη ορειχάλκινη αιχμή). Εγώ τον κεραυνό τον εξαπολύω από τα ύψη του μεγάλου ουρανού. Εγώ, μπορώ να σε χτυπήσω, εσύ όμως όχι. Και θα συνεχίσουμε εμείς τον συλλογισμό του: νικητής στον πόλεμο αναδεικνύεται ο πολεμιστής με το μεγαλύτερο βεληνεκές: μπορεί να πλήξει τον αντίπαλό του χωρίς να κινδυνεύει να πληγεί από αυτόν. Η λατρεία του μεγάλου βεληνεκούς είναι η λατρεία της απόστασης στο πεδίο του πολέμου. Θα γνωρίζετε τι έπαθαν τους πρώτους αιώνες της δεύτερης χιλιετίας οι άραβες νομάδες (ποιμένες) πολεμιστές ομάδες από τους τουρκόφωνους νομάδες. Οι πρώτοι χρησιμοποιούσαν ένα ελαφρύ ακόντιο και οι δεύτεροι το τόξο. Το οποίο οι ήρωες της Ιλιάδας το απεχθάνονται εξ αιτίας του μεγαλύτερου βεληνεκές που διαθέτει. Το πρόβλημα είναι ότι όσο πιο μεγάλο είναι το βεληνεκές, τόσο αυξάνει και η αστοχία. Έτσι, οι ήρωες και οι απόγονοι τους προτιμούσαν την εκ του σύνεγγυς διεξαγωγή της μάχης (φάλαγγα). Ο Δίας όμως που είναι αλάνθαστος, δεν αστοχεί ποτέ. Η επιθυμία της ευστοχίας, όπως θα δούμε, έχει διατυπωθεί στην Ιλιάδα με την επιθυμία του έξυπνου όπλου: όταν πετυχαίνουμε το στόχο μας, είναι ο θεός αυτός που κατευθύνει το δόρυ, το οποίο περιγράφεται σαν ζωντανό πλάσμα, όπως θα δούμε σε μια από τις πρώτες διαλέξεις της Γαμησιολογίας. Σήμερα, το βεληνεκές των βλημάτων του Κυρίου είναι απερίγραπτα μεγαλύτερο από την πορδή του Δία, ενώ η ευστοχία του, με τα μάτια που διαθέτουν πλέον τα βλήματα, κάνει τον κεραυνό να μοιάζει με τυφλό βλήμα.
Η απόσταση λοιπόν εξασφαλίζει την ισχύ του Κυρίου στο πεδίο της μάχης. Η απόσταση από την μια τον σώζει και από την άλλη τον καθιστά αήττητο. Η απόσταση όμως επιτυγχάνει και κάτι άλλο, ακόμα πιο θαυμαστό: ελέγχει, αποικίζει, κατακτά το μέλλον. Κι αυτό επιτυγχάνεται με δυο τρόπους. Ο πρώτος: η απόσταση εξασφαλίζει ευρύτερο πεδίο όρασης. Όσο πιο μακριά είναι ο Κύριος, τόσους πιο πολλούς υποτελείς επιτηρεί, παρακολουθεί. Και όσο πιο πολλούς επιτηρεί, τόσο πιο πολλά γνωρίζει, τόσα πιο αποτελεσματικά μπορεί να προβλέψει τις κινήσεις τους, τόσο πιο αποτελεσματικά μπορεί να προβλέψει το μέλλον. Εάν και η πρόβλεψη του μέλλοντος είναι συνάρτηση και της τάξης, δηλαδή της ακινητοποίησης και της ελεγχόμενης κινητοποίησης του υποτελούς Παραγωγού, η πρόκριση της επιτήρησης/παρακολούθησης είναι σαφής και αποδεδειγμένη.
Ο δεύτερος τρόπος είναι ακόμα πιο αποτελεσματικός. Ο Κύριος επιθυμεί διακαώς να βρίσκεται μακριά από τους αντιπάλους του, και ειδικά τους υποτελείς, αλλά επιθυμεί και οι υποτελείς να βρίσκονται μακριά μεταξύ τους. Το μέγιστο πρόβλημα των Κυρίων είναι η συμβίωση, η συνεργασία, η κοινοχρησία και η κοινοκτησία των υποτελών Παραγωγών. Ισχυροποιείται μόνο όταν αυτά φθίνουν και αποδυναμώνεται όταν αυτά ενισχύονται. Έτσι, η απόσταση μεταξύ των υποτελών είναι μια κομβικής σημασίας επιδίωξη του Κυρίου. Η απόσταση στο χώρο, αν και έχει εφαρμογές, δεν είναι εφικτή. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε είναι: να είναι κοντά αλλά να είναι μακριά. Να σκουντιούνται χωρίς να συναντιούνται. Ο ανταγωνισμός και ο ατομικισμός είναι πρόσφορα μέσα αλλά δεν αρκούν. Πρέπει να αποτανθούμε στην Επιστήμη μας και στην Τεχνολογία μας και να τις ζητήσουμε να συνδράμουν. Ποια είναι η επιδίωξή μας; Ό,τι κάνουν, να το κάνουν μόνοι τους και από μακριά. Γενίκευση της απόσταση μεταξύ των υποτελών. Η γένεση του Θεού άρχισε με την εφεύρεση της τυπογραφίας: η συλλογική ανάγνωση παραχώρησε τη θέση της στην ατομική, στην απομόνωση. Η ατομική ανάγνωση μας απομακρύνει από τους άλλους και ένας λόγος που διαβάζουμε είναι και αυτός. Να απομακρυνθούμε από την πραγματικότητα. Εγώ ο ίδιος ομολογώ τη νοσηρότητα της κατάστασης. Η οποία γίνεται πιο σαφής με την φωτογραφία, τον κινηματογράφο, το ραδιόφωνο, το τηλέφωνο, την τηλεόραση, το αυτοκίνητο, τον προσωπικό υπολογιστή, το κινητό. Πρόκειται για την τεχνολογία της απομόνωσης, της ενίσχυσης της απόστασης μεταξύ των υποτελών. Η συνέχεια είναι γνωστή: από την τηλεεκπαίδευση και τα τηλεψώνια, στις τηλεγνωριμίες και το τηλεγαμήσι. Και στην κατοικίδια δημοκρατία.
Όλα καλά αλλά η απόσταση έχει κι ένα εγγενές μειονέκτημα. Είναι αδύνατον να είναι διαρκής. Ο ήρωας για να αρπάξει τον κοινωνικό πλούτο ή να καταστείλει μια εξέγερση των υποτελών, πρέπει να άρει την απόσταση, πρέπει να πλησιάσει τους υποτελείς κι αυτό εγκυμονεί κινδύνους. Εάν πλησιάσει τον αντίπαλό του για να τον σκοτώσει, ενδέχεται να σκοτωθεί. Εάν επιτηρεί από μακριά τους υποτελείς, θα καθυστερεί να μάθει και να αντιδράσει. Το ερώτημα λοιπόν είναι: πως να άρουμε την απόσταση, διατηρώντας την; Η πρώτη απάντηση που δόθηκε είναι: με την ταχύτητα. Όσο πιο μεγάλη είναι η ταχύτητα, του βλήματος, του οχήματος, της πληροφορίας, τόσο πιο εύκολα αίρεται η απόσταση και τόσο πιο αποτελεσματικά διατηρείται. Δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η λατρεία της απόστασης είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με τη λατρεία της ταχύτητας (και ασφαλώς με αυτές του μεγάλου βεληνεκούς και της ευστοχίας).
Με τη λατρεία της ταχύτητας θα καταπιαστούμε στην προσεχή διάλεξη. Μέχρι τότε θα προσπαθήσουμε να άρουμε την απόσταση στην καθημερινή μας ζωή όχι με την ταχύτητα αλλά με την εγγύτητα και την βραδύτητα. Αυτή θα είναι η τιτάνια διαμάχη του μέλλοντος:απόσταση και ταχύτητα versus εγγύτητας και βραδύτητας. Από αυτήν (και από αυτήν) θα κριθεί η ζωή μας.
Καλή σας μέρα, καλό σας βράδυ, καλή σας νύχτα, καλό αύριο, όπως λέγανε κάποτε στη Σίφνο οι χωρικοί.
Σχολιάστε ελεύθερα!