in αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους

αδρομερές σκιαγράφημα δυο ιστοριών του ανθρώπινου γένους/πρώτη διάλεξη

φίλες και φίλοι, γεια σας και χαρά σας

Στον κύκλο διαλέξεων που φέρει τον τίτλο αδρομερές σκιαγράφημα δύο ιστοριών του ανθρώπινου γένους θα υποστηρίξουμε την άποψη ότι ενώ το ανθρώπινο γένος είναι ένα, οι ιστορίες του είναι δύο, τις οποίες και θα αφηγηθούμε. Στο “αδρομερές σκιαγράφημα” που θα ακολουθήσει η υποστήριξη της άποψης περί των δύο ιστοριών και η αφήγηση  δεν διακρίνονται. Η ίδια η αφήγηση συνιστά την υποστήριξη της άποψης. Σήμερα, και το εννοώ κυριολεκτικά μιας και το παρόν διαρκεί όσο και το μέλλον, δηλαδή πολύ, οι δυο ιστορίες έχουν συμπυκνωθεί, κωδικοποιηθεί και καταγραφεί στην δεινή κατάσταση που βρίσκεται τόσο η ανθρώπινη κοινωνία όσο και η φύση. Η καταστροφή της  φύσης και της κοινωνίας, σε βαθμό εξαφάνισης, θα ήταν μια ακόμα, η έσχατη φυσικά, ένδειξη της ύπαρξης δύο ιστοριών. Επειδή οι ιστορίες αυτές είναι ίσης έκτασης, εάν η μία αποδειχτεί σύντομη, σύντομη αναπόφευκτα θα είναι και η άλλη. Εάν η μία ιστορία συμπυκνωθεί, από κάποιους εξωγήινους επισκέπτες φυσικά,  στην πρόταση “το ανθρώπινο γένος δεν υπάρχει” η άλλη ιστορία θα συμπυκνωθεί στη πρόταση “το ανθρώπινο γένος υπήρξε”. Επειδή όμως το ανθρώπινο γένος υπάρχει ακόμα, οι δύο ιστορίες έχουν κωδικοποιηθεί στις δύο δυνατότητες που αντιμετωπίζουμε σήμερα: να διαβούμε τα πρόθυρα της Αποκάλυψης (την Κόλαση, όπως θα δούμε, τη ζούμε εδώ και πολλές χιλιάδες χρόνια – εννοώ την συνειδητή αποτροπή της επίλυσης των συσσωρευμένων επί χιλιάδες χρόνια και παγκόσμιων πια κοινωνικών προβλημάτων) ή να διαβούμε τις πύλες του Παραδείσου, δηλαδή να επιλύσουμε τα συνεχώς πολλαπλασιαζόμενα και επιδεινούμενα κοινωνικά προβλήματα διαθέτοντας όλο το τεράστιο κοινωνικό πλούτο που παράγουμε, τις απέραντες γνώσεις που έχουμε αποκτήσει και τον πλούσιο χρόνο που μπορούμε να έχουμε εργαζόμενοι λίγες μέρες το χρόνο. Κατά συνέπεια, η μια ιστορία είναι η ιστορία της Κόλασης, δηλαδή του κολασμού, της τιμωρίας που επιβάλλεται εξ αιτίας της μη έγκαιρης επίλυσης των κοινωνικών προβλημάτων, και η άλλη είναι η ιστορία του Παραδείσου, της δυνατότητας επίλυσης των προβλημάτων.

Από τη στιγμή που δεν μεταχειριζόμαστε τον όρο παγκόσμια ιστορία αλλά ιστορία του ανθρώπινου γένους, στην οποία βέβαια περιλαμβάνεται η πρώτη, είμαστε υποχρεωμένοι να ξεκινήσουμε από την αρχή. Κι αυτό σημαίνει ότι τόσο η Κόλαση και η Αποκάλυψη όσο και ο Παράδεισος εμφανίζονται με την εμφάνιση του ίδιου του ανθρώπου. Διότι κάθε καθαρά ανθρώπινο χαρακτηριστικό, από την όρθια στάση, την απώλεια του οίστρου, την παράταση της παιδικής ηλικίας, τη χρήση της φωτιάς και των εργαλείων, το γέλιο και το κλάμα, τον έρωτα και τη φαντασία, τη σκέψη και το λόγο, και μέχρι την επίγνωση του θανάτου και του χρόνου και τη συνείδηση, είναι  λύση σε κάποιο πρόβλημα που αντιμετωπίζαμε. Εάν δεν το επιλύαμε, σήμερα δεν θα υπήρχαμε. Το γεγονός ότι υπάρχουμε σημαίνει ότι τα επιλύαμε γρήγορα, ό,τι μπορεί να σημαίνει αυτή η λέξη για εκείνη την εποχή, και αποτελεσματικά. Κάθε φορά που τα επιλύαμε, ξεπερνούσαμε το φάσμα της εξαφάνισης. Έτσι, είμαστε υποχρεωμένοι να εντοπίσουμε ποιο πρόβλημα βρίσκεται πίσω από κάθε ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Δυστυχώς, οι γνώσεις μας σε αυτό το τομέα είναι λιγοστές και τα μυστήρια παραμένουν, θεωρώ όμως ότι η σημερινή δεινή κατάσταση θα μας βοηθήσει πολύ να διατυπώσουμε κάποιες προτάσεις.

Διαθέτουμε κάποια απάντηση στον ερώτημα ποιο ανθρώπινο χαρακτηριστικό εμφανίστηκε τελευταίο και, κατά συνέπεια, ποιο πρόβλημα ελλοχεύει πίσω από αυτό;  Δεν το γνωρίζω. Μπορεί να διαθέτουμε αλλά ίσως εγώ, μιας και είμαι καλουπατζής τεχνίτης, να μην την γνωρίζω. Έτσι, η πρόταση που θα διατυπώσω μπορεί να έχει ήδη διατυπωθεί, οπότε δεν κάνω τίποτα άλλο παρά να ταχθώ υπέρ της. Θεωρώ λοιπόν ότι τα  τελευταία ανθρώπινα χαρακτηριστικά ήταν η αίσθηση του χρόνου, η επίγνωση του θανάτου και η συνείδηση. Ο μόνος τρόπος να στηρίξουμε αυτή την πρόταση είναι το γεγονός ότι ο άνθρωπος επαναλαμβάνει, κατά την παιδική ηλικία,  τη διαδικασία της ανθρωπογένεσης  και ότι το τελευταίο που μαθαίνουμε και αποκτάμε είναι τα παραπάνω αναφερθέντα χαρακτηριστικά. Το θέμα είναι:  ποιο πρόβλημα άραγε να βρίσκεται πίσω από αυτά τα αλληλένδετα χαρακτηριστικά; Σε ποιο πρόβλημα υπήρξαν αποτελεσματική λύση αυτά τα χαρακτηριστικά; Την απάντηση μας τη δίνουν τα ίδια και μας την επιβεβαιώνουν τόσο η γενετική όσο και κάποιοι αρχαίοι μύθοι. Η επίγνωση του θανάτου δεν μπορεί παρά να είναι λύση σε κάποιο πρόβλημα θανάτου, αφανισμού. Η μελέτη του ανθρώπινου γονιδιώματος έδειξε ότι κάποτε διατρέξαμε τον κίνδυνο της εξαφάνισης – αλλά τα γονίδια δεν μας λένε την αιτία. Το γεγονός όμως ότι προερχόμαστε από ένα μικρό αριθμό θηλυκών, ξεχνάω τα προσωπικά τους ονόματα, και ότι ο Αδάμ και η Εύα ήταν οι πρώτοι άνθρωποι μόνο επειδή ήταν οι τελευταίοι προάνθρωποι. Κάποτε μείναμε πολύ λίγοι και αντιμετωπίσαμε το φάσμα του αφανισμού. Πριν διατυπώσουμε την οποιαδήποτε υπόθεση ως προς τα αίτια, οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι το γεγονός ότι υπάρχουμε σημαίνει πως δώσαμε μια λύση που απέτρεψε ταχύτατα και αποτελεσματικότατα τον κίνδυνο της εξαφάνισης. Εάν τα αίτια ήταν εξωτερικά, έλλειψη τροφής ή νερού σε μια εκτεταμένη περιοχή, δεν θα μπορούσε να υπάρξει μια λύση που θα έφερνε γρήγορα αποτελέσματα. Είμαστε λοιπόν υποχρεωμένοι να δεχτούμε ότι τα αίτια ήταν εσωτερικά: κινδυνέψαμε να εξαφανιστούμε λόγω αλληλοσπαραγμού. Σε αυτές τις περιπτώσεις μόνο μία ταχύτατη και αποτελεσματικότατη λύση μπορεί να υπάρξει: η παραίτηση από την επιθυμία της αλληλοεξόντωσης και της αλληλοβοράς, ή έγερση ορίων στην επιθυμία και στην ελευθερία, η πρόκριση της συμβίωσης, της συνεργασίας, της κοινοχρησίας και της κοινοπραξίας. Είμαστε υποχρεωμένοι να δεχτούμε ότι ο πολιτισμός είναι ταυτόσημος της ανθρωπογένεσης και να αναθεωρήσουμε την καθιερωμένη άποψη ότι η προέλευσή του ανάγεται στην εποχή της εμφάνισης των πρώτων κρατών, της γραφής κλπ.

Οφείλουμε να παραδεχτούμε πως ενώ η παραίτηση από την επιθυμία του αλληλοσπαραγμού και η έγερση ορίων στην ελευθερία και την επιθυμία, ταυτόχρονα μας δημιούργησε κι ένα πρόβλημα. Το πρόβλημα αυτό δεν θα υπήρχε εάν αντί να παραιτηθούμε από την επιθυμία, την ξεριζώναμε. Αλλά και οι δύο ανθρώπινες ιστορίες του ανθρώπινου γένους μας λένε ότι κάτι τέτοιο δεν το κάναμε για τον απλούστατο λόγο ότι δεν μπορούσαμε να το κάνουμε. Ποιο είναι το πρόβλημα; Το πρόβλημα είναι ότι εάν παραιτηθείς από μια επιθυμία, εάν την καταχωνιάσεις, αυτή θα επιστρέψει δριμύτερη και θα απαιτήσει αμείλικτα (μιλάμε για την φύση, η οποία δεν είναι παίξε γέλασε, έτσι δεν είναι;) την ικανοποίησή της. Αφού λοιπόν έχουμε παραιτηθεί από αυτήν την επιθυμία, πως θα μπορέσουμε να την ικανοποιήσουμε;  Είναι όντως ένα πολύ σοβαρό πρόβλημα. Και βέβαια η λύση βρέθηκε και αποδείχτηκε άλλη μια φορά ότι δεν υπάρχει δυσκολία που να μην μπορεί να την αντιμετωπίσει ο άνθρωπος – και δεν θεωρώ δυσκολία και πρόβλημα το γεγονός ότι είμαστε θνητοί. Επ’ αυτού του ζητήματος έχουμε πολλά να πούμε, θα τα πούμε όμως όταν έρθει η ώρα. Ποια ήταν αυτή η λύση;  Η ατομική και συλλογική διοχέτευση του εκ της στέρησης προερχόμενου άγχους η οποία επιτυγχάνεται με την συμβολική ικανοποίηση των επιθυμιών. Σε ατομικό επίπεδο, η (συχνή) ερωτική  συνεύρεση δεν είναι παρά μια (συχνή) συμβολική αλληλοβορά: χάδι, χούφτωμα, γλείψιμο, φιλιά, δάγκωμα, ρούφηγμα, συμβολικός φόνος (“δεν θέλω να σε ξαναδώ”)· σε συλλογικό, οι τελετές, οι γιορτές, το τραγούδι, ο χορός, οι συμβολικές αναπαραστάσεις του πολέμου και σε ακραίες περιπτώσεις η θυσία ζώων, η ανθρωποθυσία, το λιντσάρισμα, η παρακολούθηση της δημόσιας εκτέλεσης του κατάδικου, τα σίριαλ της τηλεόρασης. Το γεγονός ότι ήμασταν δύο ή εφτά και γίναμε εφτά δισεκατομμύρια δείχνει ότι τα πήγαμε πολύ καλά, πάρα πολύ καλά.

Και τώρα αντιμετωπίζουμε τον κίνδυνο να αφανίσουμε την ίδια τη ζωή, δηλαδή τη φύση και την κοινωνία. Γιατί;  Μία απάντηση υπάρχει: διότι καταργήσαμε τα όρια της ελευθερίας και της επιθυμίας; Όλοι και όλες; Εάν όχι, ποιοι είναι αυτοί που τα κατάργησαν; Πότε και γιατί έγινε αυτό; Βλέπουν τον κίνδυνο του αφανισμού; Εάν τον βλέπουν, τι θα κάνουν; Θα αναθεωρήσουν τη στάση τους ή θα διαβούμε όλοι μαζί τις πόρτες της Αποκάλυψης;

Στη προσεχή διάλεξη θα εξετάσουμε ένα από αυτά τα ερωτήματα και θα επιχειρήσουμε να διατυπώσουμε μια απάντηση. Αργότερα, θα έρθει και η σειρά των άλλων.

Σχολιάστε ελεύθερα!