του λαμπε ρατ
στην χ.
στον π. για τον Πόρτσια
στον π. για την ιδέα του συγχρονισμού (στην πολιτική)
last but not least, στον θ. για τη σχολή των κακοτεχνών
Αργόσυρτα είναι τα βιώματα όλων των βαθιών πηγαδιών: οφείλουν να περιμένουν πολύ ώσπου να μάθουν τι πέφτει στα βάθη τους.
Φρίντριχ Νίτσε
Οι βεβαιότητες μονάχα με τα πόδια πλησιάζονται.
Αντόνιο Πόρτσια
Πώς καταλαβαίνει, πώς νιώθει κανείς ότι είναι ερωτευμένος-η; Υπάρχει κάτι που να μας το βεβαιώνει; Σκαλώνει το μυαλό μας, δεν μπορούμε να κοιμηθούμε, δεν μπορούμε να φάμε; Βλέπουμε όνειρα, βλέπουμε εφιάλτες, τραγουδάμε, χορεύουμε, γελάμε, κλαίμε; Δεν έχουμε διάθεση να κάνουμε τίποτα, κοιτάζουμε όλο το απόγευμα το ταβάνι, θα προτιμούσαμε να δουλεύουμε σε ένα κάτεργο όλη μέρα για να μη σκεπτόμαστε, να μη φαντασιωνόμαστε, να μην γράφουμε σενάρια επί σεναρίων; Αναπλάθουμε λεπτό προς λεπτό τις κουβέντες μας μαζί της-του, κολλάμε σε κάθε λέξη που είπε ή δεν είπε, διαβάζουμε δεκάδες φορές τα μηνύματα που έστειλε; Φλυαρούμε με τις ώρες με τους φίλους-ες μας για Εκείνη-ον; Γράφουμε ποιήματα ή wannabe ποιήματα, δεν μπορούμε να συγκεντρωθούμε να διαβάσουμε ούτε μισή αράδα από το βιβλίο που περιμέναμε πώς και πώς να διαβάσουμε; Δεν μπορούμε να προσαρμοστούμε με τίποτα στη δουλειά, κοιτάζουμε συνέχεια το ρολόι για να δούμε πότε θα σχολάσουμε; Καρφωνόμαστε στο κινητό περιμένοντας κλήση, αδειάζουμε τασάκια το ένα πίσω από το άλλο, πίνουμε σαν μην υπάρχει αύριο; Δεν μας παρηγορεί καμία συνήθειά μας, καμία ρουτίνα μας, κανένα drug μας; Μας φαίνονται όλα μαύρα; Μας φαίνονται όλα τέλεια;
Όλα τα παραπάνω, και άλλα πολλά, είναι αναμφισβήτητα υπαρκτές, υπαρκτότατες, αισθητές, αισθητότατες ενδείξεις για το ότι κάποιος-α την έχει πατήσει για τα καλά. Δεν παύουν όμως να είναι ενδείξεις. Δεν υπάρχει κάτι απτό, κάτι χειροπιαστό, κάτι υλικό, κάτι αισθητό που να μας βεβαιώνει ότι είμαστε ερωτευμένοι. Ο έρωτας βρίσκεται πέρα και από τον υλισμό-εμπειρισμό-πραγματισμό και από την αισθησιοκρατία. Είναι λοιπόν ιδεαλιστικός; Όχι. Ο έρωτας δεν ίπταται στους αιθέρες, δεν είναι Ιδέα, δεν είναι Ουσία. Πατά στη γη, έχει σάρκα και οστά, είναι φτιαγμένος από χώμα και από λάσπη. Μήπως τότε οικοδομείται; Ούτε. Ο έρωτας δεν έχει θεμέλια, δεν χρειάζεται μάστορες και τεχνίτες, είναι για τους ανειδίκευτους, για τους ερασιτέχνες. Μήπως τότε χρειάζεται στρατηγική και τακτική; Μήπως είναι η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα; Μαλακίες. Ο έρωτας δεν έχει καμία απολύτως σχέση με τον πόλεμο, με χαρακώματα και ανοιχτά πεδία. Μόνο όσοι σκέφτονται με τον τρόπο που σκέφτεται ο Κύριος είναι ικανοί να επινοήσουν αυτή τη χυδαία κυνική αντιστοιχία.
Ο έρωτας έχει να κάνει πρωτίστως με το χρόνο, με το χρόνο που περνά και χάνεται, και καλά κάνει και χάνεται. Ο χρόνος δεν μπορεί να παγώσει, δεν μπορεί να αλυσοδεθεί. Ο χρόνος κυλά αέναα, ασταμάτητα, ασυγκράτητα, αργά, γρήγορα, καταιγιστικά. Ο χρόνος είναι Ζωή, η Ζωή είναι χρόνος. Υπάρχει όμως ένας συγκεκριμένος χρόνος που προσιδιάζει στον έρωτα, κι αυτός είναι ο αργόσυρτος χρόνος, ο χρόνος που περπατιέται. Ο έρωτας είναι συγχρονισμένο περπάτημα. Οι ερωτευμένοι είναι δύο άνθρωποι που μπορούν και περπατούν δίπλα δίπλα, με τον ίδιο πάνω κάτω ρυθμό. Έχουν σημασία οι αναπνοές, έχουν σημασία οι στάσεις, έχει σημασία ο βηματισμός, έχει σημασία ο δρασκελισμός, έχουν σημασία ο ρυθμός και η συγχρονία. Τι κι αν έχεις καψουρευτεί φίλε μου; Αν τρέχεις σαν παλαβός, αργά ή γρήγορα θα παλαβώσεις και τον έρωτα. Ο έρωτας, για να υπάρξει ως τέτοιος, για να βεβαιωθεί ως τέτοιος, έχει ανάγκη από βραδύτητα. Όσοι βιάζονται να ζήσουν τον έρωτα, όσες πιέζουν τον έρωτα, θα κατατροπωθούν. Η βιασύνη εδώ μπορεί να αποβεί μοιραία. Το ίδιο όμως και η αναμονή. Ο βιωμένος χρόνος της αναμονής είναι συνήθως χρόνος οδυνηρός, βαραίνει τους εν δυνάμει ερωτευμένους, καταλαγιάζει τον ενθουσιασμό, σβήνει την προσμονή. Ο έρωτας είναι μια δύσκολη ισορροπία ανάμεσα στον ενθουσιασμό – προσμονή και τη βραδύτητα – ωριμότητα. Αν τα συγχρονισμένα βήματα δεν γίνονται στον καιρό τους, το διυποκειμενικό καιρό τους, τον καιρό εκείνον για τον οποίο πάντα κάτι σχεδόν μεταφυσικό μας ειδοποιεί ότι έφτασε, τότε η αργοπορία μπορεί επίσης να αποβεί μοιραία. Αλλά γι΄ αυτό είπαμε ότι ο έρωτας μονάχα με τα πόδια πλησιάζεται. Μονάχα όσοι και όσες περπατούν, μονάχα όσοι και όσες είναι α-μήχανοι και α-μήχανες, μονάχα τα βαθιά πηγάδια είναι σε θέση να νιώσουν πότε αργοπορούν, πότε θα ήταν καλύτερο να επιταχύνουν το ανθρώπινο βήμα τους. Λίγο πιο μετά, και είναι αργά. Λίγο πιο πριν, και είναι νωρίς.
Ακούγεται και φαίνεται αφάνταστα δύσκολο θα μου πείτε, και θα έχετε τα δίκια σας. Δεν θα σας πω αυτή τη φορά ότι εμείς είμαστε για τα δύσκολα. Ούτε ότι είναι τόσο δύσκολο όσο εμείς το δυσκολεύουμε. Ωραία και σωστά όλα αυτά, αλλά δεν κάνουν γι’ αυτό που συζητάμε εδώ απόψε, προσπαθώντας μεταξύ άλλων να καταπραύνουμε τη μοναξιά μας και να ημερέψουμε το αίμα μας. Όταν μιλάς για τον έρωτα, όλες, μα όλες οι κοινοτοπίες, αν και -εν όλω ή εν μέρει- αληθείς, φαίνονται τόσο λίγες. Και είναι πράγματι λίγες. Θα σας πω λοιπόν ότι ο χρόνος, ως Ζωή, είναι με το μέρος μας, μας συμπαραστέκεται, μας εμψυχώνει, μας κρατά στέρεα στα διάκενα μεταξύ γαλήνης και απελπισίας. Εμείς; Μπορούμε να βρούμε τη δύναμη να αναδυθούμε σε αυτά τα διάκενα;
λαμπε ρατ
αθήνα
15η προς 16η ιουνίου
Ο έρωτας μόνο ανεκπλήρωτος μπορεί να είναι.
Και αμοιβαίος.
Πρόσεχε μόνο περιστεράκι μην ερωτευτείς γεράκι, κόρακα ή φίδι. Υπάρχουν αρπακτικά εκεί έξω που απλά περιμένουν να ανοίξεις την ανυπόταχτη καρδιά σου. Και τότε, απλά τη γάμησες….
Ο έρωτας είναι σταθερός επειδή κινείται συνέχεια.
Ο έρωτας δεν μπορεί παρά να είναι καινοτόμος, πρωτότυπος και περίεργος.
Ο έρωτας ανοίγει περάσματα, ρίχνει τοίχους, κατατροπώνει συναισθήματα, μηδενίζει συνειδήσεις και αν θες να τον προσεγγίσεις καλύτερα να αφήσεις αυτά που ήξερες για να βρεις αυτά που ψάχνεις.
Ο έρωτας είναι εξερεύνηση.
Ο έρωτας είναι το μέσο που χρησιμοποιείς για να βρεις τον εαυτό σου. Γιατί μόνο στα μάτια κάποιου άλλου μπορείς να δεις τον έρωτα. Τα δικά μας μάτια δυστυχώς δεν αρκούν για να δουν την ψυχή μας.
Ο έρωτας είναι η υπέρβαση του Εγώ, μια έξοδος από τον εγωισμό με μοναδικό στόχο την ανοικοδόμησή του σε μια νέα βάση. Η βάση αυτή δεν μπορεί να είναι το Άτομο, αλλά η Ουσία που δεν καθορίζεται από αυτό (το Εγώ). Είναι όλα αυτά που δεν μας κάνουν τον εαυτό μας. Για να το πω αλλιώς, είναι όλα αυτά που μένουν αν βγάλεις από κάθε άτομο τον Εγωισμό.
Γι’ αυτό ο Έρωτας είναι υπέρβαση. Εντελώς γήινη και υλική. Ο Έρωτας περπατάει ανάμεσά μας. Το δύσκολο είναι να καταφέρεις να τον δεις. Και μαντέψτε: ο πιο σίγουρος τρόπος για να τον αποφύγεις είναι να τον ψάχνεις.
Ο Έρωτας είναι μια ανυπέρβλητη αντίφαση που επιδιώκει να ξαναγεννηθεί μέσα στην Αρμονία του αντι-Εγώ.
Και ένα τελευταίο που πάντα μου άρεσε: Ο Έρωτας δεν μπορεί παρά να είναι η αποθέωση της Συλλογικότητας.
Αυτά κι όπως κατάλαβε κατάλαβε.
ΥΓ: Τα βράδια του καλοκαιριού ο Έρωτας περπατάει στην Αθήνα κάθε βράδυ γυμνός αναζητώντας καινούριους φίλους για να παίξει. Μη σας τρομάζει, ο Έρωτας είναι παιχνίδι.